Οι μπαμπάδες του Σαββατοκύριακου έχουν παιδιά του Σαββατοκύριακου

Οι μπαμπάδες του Σαββατοκύριακου έχουν παιδιά του Σαββατοκύριακου

Όχι. Δεν κατάλαβε η καρδούλα. Η καρδούλα τσάκισε. Απλά. Γιατί να φύγει ο μπαμπάς; Μήπως φταίει εκείνο; Μήπως επειδή έσπασε το κρυστάλλινο βάζο με την μπάλα; Επειδή σκόρπισε τα αυτοκινητάκια του στο σαλόνι; Επειδή γίνεται μάχη, για να πλύνει τα δόντια του; Δεν θα το ξανακάνει. Δεν θα ξανασπάσει βάζο. Θα μαζεύει τα παιχνίδια του. Θα πλένει τα δόντια του. Κάθε βράδυ. Κάθε βράδυ, το υπόσχεται.

Τι θέλει αυτή η βαλίτσα δίπλα στον μπαμπά; Γιατί σκύβει και τον αγκαλιάζει; Τι είναι αυτά που του λέει; Ό,τι χρειαστεί, μέρα ή νύχτα, να το πάρει στο κινητό; Κι εκείνος θα έρθει αμέσως κοντά του; Θα τον πάρει μαζί του το Σάββατο; Θα τον φέρει πίσω την Κυριακή; Ποιο Σάββατο; Ποια Κυριακή; Ποιο Σαββατοκύριακο;

Εκείνη τη στιγμή! Ακριβώς εκείνη τη στιγμή από παιδί σκέτο, γίνεται παιδί του Σαββατοκύριακου. Του πρώτου Σαββατοκύριακου. Γιατί θ’ ακολουθήσουν πολλά, στα χρόνια που θα ‘ρθουν.

Πολλά Σαββατοκύριακα με ένα μικρό σακίδιο. Μέσα  η αλλαξιά που έβαλε η μαμά. Οι πιτζάμες. Το φανελάκι και το βρακάκι. Τα παιχνίδια του. Η μύτη κολλημένη στο τζάμι. Να, σαν να ακούει το αυτοκίνητο του μπαμπά. Όχι, άλλο είναι. Ούτε αυτό. Ούτε εκείνο. Αργησε λίγο.  Αργησε πολύ. Θα έρθει. Δεν θα έρθει. Δεν ήρθε. Καθόλου.

Καμιά φορά, οι μπαμπάδες του Σαββατοκύριακου έρχονται. Ανταλλάσσουν δυο ξερές ατάκες με τη μαμά. Να τον προσέχεις, έχει ένα βηχαλάκι. Μην περπατάει ξυπόλητο. Και μην του αγοράσεις πάλι γαριδάκια και βγαίνω μετά εγώ η κακιά.

Καμιά φορά, οι μπαμπάδες του Σαββατοκύριακου δεν έρχονται. Απλά, τηλεφωνούν. Κάτι τους συνέβη. Κάτι απρόοπτο. Την επόμενη φορά. Οπωσδήποτε. Εκατό τα εκατό. Υπόσχεται. Φιλάει σταυρό. Το άλλο Σαββατοκύριακο, ο κόσμος να χαλάσει. Ο μπαμπάς του Σαββατοκύριακου κλείνει το τηλέφωνο. Η μαμά της υπόλοιπης εβδομάδας, με μια σύσπαση χαμόγελου, του προτείνει σινεμά. Λούνα παρκ. Να πάει να παίξει με τον Νικήτα. Γαριδάκια. Ακόμα και γαριδάκια…

Το παιδί του Σαββατοκύριακου δεν απαντάει. Βγάζει τα παιχνίδια από το σακίδιο. Τα ακουμπάει πίσω στο ράφι. Δεν κλαίει. Δεν δακρύζει. Αλλά τώρα ξέρει. Τώρα, το ξέρει πολύ καλά. Εκείνο το βάζο δεν έπρεπε να το σπάσει. Ποτέ!

Απόσμασμα από το βιβλίο της Ελενας Ακρίτα Γεννήθηκα ξανθιά

Ακολούθησε το TheMamagers στο Instagram

Διαβάστε περισσότερα

Best of network