Μια μαμά περισσότερο νεράιδα παρά στρατηγός

Μια μαμά περισσότερο νεράιδα παρά στρατηγός

Θα σας πω ένα μυστικό! Αλλά μην το πείτε πουθενά. Κρατήστε το μέσα σας, δώστε του χώρο στην καρδιά σας για να φουσκώσει, να διογκωθεί και να σας κατακλύσει με τη μαγεία του…

Ήμουν πάντα ένα συμβατικό άτομο, με ρεαλιστικές απόψεις. Ένα κι ένα κάνουν δύο. Και ασκούσα με ρεαλιστικό τρόπο τη μητρότητα. Δεν πίστευα σε γυάλινες σφαίρες, στη δύναμη της θετικής σκέψης, στους θεούς που μας συνδράμουν και αλλάζουν τη ζωή μας, στο σύμπαν που συνωμοτεί για να μας καταπλήξει. Τι δουλειά είχε το σύμπαν με την καθημερινότητά μου; Η ανατροφή των παιδιών ήταν μία σκληρή δουλειά και κάποιος έπρεπε να την κάνει. Εγώ, δηλαδή.

Οπότε έκανα τη δουλειά. Ξερά, επιστημονικά, σωστά, ρεαλιστικά, αποτελεσματικά. Με λίγα λόγια δεν είχα καμία σχέση με το υπερφυσικό. Μα αυτά είναι γελοιότητες, διατυμπάνιζα. Ποιος σοβαρός άνθρωπος θα μπορούσε να πιστεύει στη μαγεία του σύμπαντος;

Ένιωθα μια χαρά με τον γειωμένο ρεαλισμό μου:

« Το βράδυ θα έρθει η νεράιδα των δοντιών, μαμά, για να πάρει το πεσμένο μου δοντάκι»

« Το βράδυ δε θα έρθει κανείς. Απλώς αύριο θα πάμε στον οδοντίατρο για να τσεκάρει το καινούργιο δόντι»

Ή:

« Πες μου καλή τύχη για το διαγώνισμα…»

« Τι δουλειά έχει η τύχη με το διαγώνισμα. Αν έχεις διαβάσει καλά, θα γράψεις καλά, δεν υπάρχει τύχη, υπάρχει μόνο σκληρή δουλειά»

Αλλά, μια μέρα, ο ρεαλισμός μου άρχισε να πνίγει… Τα ίδια τα λόγια μου μού προκαλούσαν δυσφορία.  Όπως και τα προσεκτικά σχεδιασμένα προγράμματά μου. Παρατήρησα, τότε, τον εαυτό μου απέξω. Και διαπίστωσα πως είχα μεταμορφωθεί σε ρομπότ. Ο τρόπος που ασκούσα τη μητρότητα ήταν…ρομποτικός. Αντί να «νιώθω» τα παιδιά μου, «σκεφτόμουν» τα παιδιά μου. Αντί να απολαμβάνω τα παιδιά μου, εκπαίδευα τα παιδιά μου. Αντί να αφεθώ στη μητρότητα, σχεδίαζα το ημερήσιο πρόγραμμα σαν στρατηγός: Ψάρι για φαγητό, εμβόλιο της μικρής, αγγλικά στις πέντε, κολυμβητήριο στις επτά, ύπνος στις εννιά. Ήταν σαν να ζούσα μέσα σε ένα πρόγραμμα φτιαγμένο για τα παιδιά μου, στο οποίο όμως τα παιδιά ήταν κομπάρσοι, αξεσουάρ μιας τακτοποιημένης ζωής, όπου οι εκπλήξεις ήταν σπάνιες, το συναίσθημα επίπεδο και η ροή της καθημερινότητας βαρετή.

Η πρώτη φάση της αλλαγής, λένε, είναι να συνειδητοποιήσεις το πρόβλημα. Ένα μεσημέρι, μετά τη δουλειά, αντί να ακολουθήσω τη συνηθισμένη μου ρουτίνα και να διεκπεραιώσω τις ατελείωτες εκκρεμότητες, βρέθηκα έξω από ένα περίεργο καφέ. Ο χρόνος με πίεζε, δεν είχα ώρα ούτε για χάσιμο ούτε για χάζεμα, αλλά, για πρώτη φορά, αποφάσισα να μην αντισταθώ στην παρόρμηση και να μπω στο μαγαζάκι.

« Δέκα λεπτά, ένας καφές και έφυγα!» υποσχέθηκα στον εαυτό μου. Άνοιξα την πόρτα και μπήκα σε έναν άλλο κόσμο. Κάτι στο ντεκόρ, κάτι στην ατμόσφαιρα που ήταν εξωπραγματική, κάτι στον καφέ που είχε μία εξωτική γεύση, κάτι στα ρούχα της ιδιοκτήτριας που ήταν ξεχωριστά, μου έδωσε την απάντηση που έψαχνα: « Να τι λείπει!» είπα στον εαυτό μου. « Λείπει η μαγεία!»

Αν εγώ, που ήμουν ενήλικη, διψούσα για κάτι διαφορετικό, για ένα μαγικό φίλτρο μέσα στον καφέ μου, για έναν μάγο που θα ομόρφαινε τη ρουτίνα μου, για ένα τζίνι που θα μεταμόρφωνε τη ζωή μου, τι θα ήθελαν τα παιδιά;

Θα ήθελαν διπλή μαγεία!

Βγήκα από το καφέ αναγεννημένη, σαν να είχα βουτηχτεί σε νεραϊδόσκονη, σαν να είχα ανακαλύψει το νόημα της ζωής.

Ξεκίνησα το ίδιο βράδυ. Αντί να πω: « Μπάνιο έκανες, δόντια βούρτσισες;  κλπ κλπ» , είπα: « Ραντεβού στο δωμάτιο της μικρής, θα κάνουμε πιτζάμα πάρτι». Τα παιδιά σχεδόν σοκαρίστηκαν από την αλλαγή προγράμματος, μια που δεν με είχαν συνηθίσει έτσι: « Μα, εσύ δε λες πως πρέπει να κοιμόμαστε νωρίς όταν έχουμε σχολείο;»

«Μία νύχτα σαν κι αυτή, που είναι μαγική, δεν πρέπει να θυσιάσουμε τη μαγεία στο πρόγραμμα»

«Και τι το μαγικό έχει αυτή η νύχτα;» είπαν δύσπιστα τα παιδιά, έτοιμα να με κοροϊδέψουν.

« Θα πούμε φωναχτά κάποιες από τις επιθυμίες μας και το τζίνι θα τις πραγματοποιήσει» είπα. Αντί να με… γιουχάρουν, μπήκαν στο «παιχνίδι».

Το τι άκουσα εκείνη την νύχτα, δεν περιγράφεται… Τι όνειρα που δεν είχα ξανακούσει, τι ευφάνταστες επιθυμίες, τι ωραία σχέδια! «Και που είναι το τζίνι;» είπε καχύποπτα η μικρή. «Άφησε ένα φτερό πίσω του, σημάδι πως μας άκουσε» είπα και σήκωσα ένα πούπουλο που είχε ξεφύγει (ευτυχώς!) από το μαξιλάρι. « Ιδού η απόδειξη πως όλα όσα είπαμε απόψε θα πραγματοποιηθούν!»

Τις επόμενες μέρες απέκτησα μία πρωτόγνωρη επαφή με τα παιδιά. Αυξήθηκαν τα …ψιθυρίσματα, αυξήθηκαν τα χαμόγελα, αυξήθηκε η ‘συνεργασία’. Το αποτέλεσμα συνεπήρε και εμένα την ίδια. Αντί να πω: « Ψάρι σήμερα, έχει φώσφορο, τελεία και παύλα» έλεγα:     «Αυτό το ψάρι είναι μαγικό, μόλις το φας αποκτάς εκατό καινούργια κύτταρα!»

Άρχισα και εγώ να σκέφτομαι… παιδικά. Γινόταν, κατά σύμπτωση, εξαργύρωση στην κάρτα την ώρα που αγοράζαμε αθλητικά και εγώ έλεγα φωναχτά: « Κάποιος είδε πως δείξαμε συνέπεια στη δουλειά και μας επιβραβεύει…». Τύχαινε να παίζει την αγαπημένη τους ταινία στην τηλεόραση και τους έλεγα: « Αναμενόμενο, αφού σήμερα τακτοποιήσατε τα δωμάτιά σας!»

Αυτό το παιχνίδι με παρέσυρε και εμένα. Μπήκα σε έναν κόσμο παραμυθένιο, χαλαρό. Ακολουθούσαμε το πρόγραμμα το ίδιο ευλαβικά, αλλά η προσέγγιση ήταν διαφορετική. Περνούσα τα «μηνύματα» με άλλον τρόπο. Όχι πια ξύλινα… Όχι ρομποτικά. Μιλούσα για «αξίες» παιχνιδιάρικα. Μιλούσα για την ηθική με έναν μύθο, με ένα αστείο παράδειγμα, ή χρησιμοποιώντας τις …συμπτώσεις : «Κοίτα να δεις, βρε παιδί μου, επειδή είπες την αλήθεια, η τύχη σε επιβράβευσε. Μα να γίνει αυτό, σήμερα;! Καθόλου συμπτωματικό, νομίζω…»

Μπορούσα, έτσι, να είμαι διδακτική χωρίς να είμαι «σπαστική». Και χωρίς φυσικά να γίνω ελαφροίσκιωτη, μπορούσα να είμαι πιο πληθωρική στη φαντασία, λίγο πιο ρευστή, πιο προσαρμοσμένη στον δικό τους παιδικό κόσμο, πιο εύκαμπτη. Περισσότερο …νεράιδα παρά στρατηγός.

Καθώς τα παιδιά μεγάλωναν, συνειδητοποιούσαν πως όλο αυτό ήταν ένα παιχνίδι, που αν και δεν ήταν ακριβώς μαγεία, έμοιαζε με μαγεία: Το καλό επιβραβεύεται, η σκληρή δουλειά εκτιμάται, η τύχη βοηθά τους τολμηρούς, όπως βοηθά και τους εργατικούς, η θετική ενέργεια μεταμορφώνει τη ζωή γιατί αλλάζει την οπτική σου. Καμιά φορά το να «ρίχνεις νεραϊδόσκονη» στην καθημερινότητα, μπορεί να είναι ένα έξυπνο διανοητικό παιχνίδι. Καμιά φορά, το να χρησιμοποιείς την καρδιά και τις αισθήσεις μπορεί να πολύ πιο αποτελεσματικό από το να χρησιμοποιείς το μυαλό σου. Καμιά φορά η φαντασία μπορεί να «βοηθήσει» τον ρεαλισμό. Αντί να «ψηλώνουμε» το ρεαλισμό των παιδιών, μπορούμε εμείς να «κοντύνουμε» και να περάσουμε στον δικό τους κόσμο. Μπορούμε να τα ενδυναμώνουμε και να τα προετοιμάζουμε για τη σύγχρονη, δύσκολη ζωή, χωρίς να ισοπεδώνουμε τον «μαγικό τρόπο» σκέψης τους. Αφήνοντάς τα, που και που, να καταφεύγουν στον δικό τους κόσμο, όπου τα θαύματα ακόμη συμβαίνουν. Εκεί όπου υπάρχει μαγεία!

Αυτό θέλει μέτρο, θέλει μαστοριά, θέλει φαντασία, θέλει ισορροπία.

Η «μαγεία» θέλει κάποιον που ξέρει από σκληρή δουλειά.

Μία μαμά, δηλαδή.

Ακολούθησε το TheMamagers στο Instagram

Διαβάστε περισσότερα

Best of network