Το παιδί θα συμπεριφερθεί με καλοσύνη όταν σας αγαπάει και όχι όταν σας φοβάται

Το παιδί θα συμπεριφερθεί με καλοσύνη όταν σας αγαπάει και όχι όταν σας φοβάται

Αν και ορισμένοι γονείς ισχυρίζονται ότι οι μέθοδοι επιβολής ελέγχου παρέχουν ένα πλαίσιο που ενθαρρύνει την καλή συμπεριφορά και ικανοποιεί, μάλιστα, το παιδί, ας μην ξεχνούμε πως τα φαινομενικά μερικώς ήρεμο, συνεργάσιμο και ευτυχισμένο παιδί μπορεί να μη νιώθει πραγματική γαλήνη και χαρά, αλλά απλώς να αγωνίζεται για να μας ευχαριστήσει και να φανεί  αντάξιο των προσδοκιών μας.

Πίσω από τις πράξεις των παιδιών μπορεί να κρύβεται φόβος. Όταν υπακούουν και φέρονται έτσι ώστε να είναι αρεστά, χαίρονται επειδή κατ’ αυτόν τον τρόπο ευχαριστούν τους γονείς και όχι επειδή τους αρέσει αυτό που κάνουν (να βοηθούν, να μοιράζονται, να μελετούν). Αυτή η φαινομενική «ευτυχία» εμποδίζει τους γονείς να παρατηρήσουν πόσο συρρικνώνεται η αυθεντικότητα του παιδιού. Για παράδειγμα, μια μητέρα μού είπε κάποτε: «Όταν περιορίζω την κόρη μου στο δωμάτιό της ηρεμεί και μοάζει να συμμορφώνεται».

Το θέμα είναι: Για τίνος το καλό;

Το παιδί  που υπακούει από φόβο δεν βελτιώνεται, χειροτερεύει.

Παραιτείται από την προσωπικότητά του για να νιώσει ασφάλεια και να νιώσει ασφάλεια και να ικανοποιήσει τους γονείς του. Όσο τρυφερά και «συνεργατικά» κι αν επιβάλλουμε τιμιωρίες, διαλείμματα ή κυρώσεις, κάθε μέθοδος ενέχει ένα κόστος, το οποίο συχνά δεν αντιλαμβανόμαστε παρά μόνο όταν το παιδί επιδεικνύει έλλειψη αυθεντικότητας ή επιβλητικότητας, κατάθλιψη, εθισμούς, βιαιότητα, ή αυτοκαταστροφική συμπεριφορά. Το παιδί δεν μπορεί να νιώσει την αγάπη των γονιών τη στιγμή που ελέγχεται από αυτούς. ‘Ετσι, γίνεται εξαρτημένο και ταυτοχρόνως αποξενώνεται, ενώ αργότερα θα έχει την ανάγκη να ελέγχει τους άλλους με παθητικούς ή δραστικούς τρόπους.

Η επιβλητικότητα (που ορισμένες φορές ερμηνεύεται ως «απείθεια») είναι επίδειξη θέλησης – επομένως, συνιστά δείγμα ψυχικής δύναμης. Η παραίτηση από τη θεληματικότητα υποδηλώνει φόβο και συναισθηματική αναπηρία. Όπως γράφει ο Ρώσος παιδαγωγός Βιγκότσκι: «Οι άνθρωποι με μεγάλα πάθη, που επιτελούν σπουδαία έργα, διακατέχονται από έντονα αισθήματα και διαθέτουν υψηλή ευφυία και ισχυρή προσωπικότητα – δεν υπήρξαν, κατά κανόνα, καλόβολα και υπάκουα παιδιά».

Οι ήπιες μέθοδοι ελέγχου ξεγελούν τόσο το παιδί όσο και τους γονείς. Το παιδί που, από τον φόβο τυχόν επιπτώσεων, συνεργάζεται με ευκολία, ακόμη και με το χαμόγελο, είναι πολύ ανασφαλές να εκφράσει την αντίρρησή του και συχνά έχει χάσει την επαφή με τα συναισθήματά του. Ίσως θεωρεί πως οι γονείς του ενεργούν πάντα σωστά, συνεπώς η δική του αίσθηση είναι λανθασμένη και πρέπει να την εμπιστεύεται.

Ακόμη κι αυτό που ορισμένοι γονείς αποκαλούν «φυσική» συνέπεια έχει κυρίως επιβληθεί από εκείνους. Ως εκ τούτου, είναι εξίσου επιζήμια με οποιαδήποτε τιμωρία και προξενεί ανάλογη δυσπιστία. Κάτι φυσικό συμβαίνει από μόνο του. ‘Ενας πατέρας μού είπε πως “φυσική”  συνέπεια της αμέλειας του γιου του να ολοκληρώσει τα καθήκοντα που του είχαν αναθέσει, ήταν να μην επισκεφτεί τον φίλο του, αφού έπρεπε να μείνει στο σπίτι για να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του. Ωστόσο, η μόνη φυσική συνέπεια της αμέλειας ενός παιδιού που δεν έπλυνε τα πιάτα, λόγου χάρη, είναι η συσσώρευση των άπλυτων πιατικών στον νεροχύτη. Η ματαίωση της συνάντησης με τον φίλο είναι ο κολασμός που επιβάλλει ο γονιός παρά τη θέληση τον παιδιού. Μια τιμωρία πού θα φοβάται όσο και οποιαδήποτε άλλη.

Για να καταλάβετε καλύτερα τι εννοώ, αναρωτηθείτε πώς θα αισθανόσαστε αν ο σύντροφός σας σάς έλεγε πως εφόσον δεν κουρέψατε το γρασίδι, όπως σχεδιάζατε, πρέπει να το κάνετε τώρα και συνεπώς να χάσετε το μάθημα της γιόγκα. Μπορεί, φυσικά, να επιλέξετε να χάσετε το μάθημα, όπως και το παιδί που αμέλησε να πλύνει τα πιάτα μπορεί να επιλέξει, αφού του εκφράσατε τα συναισθήματά σας, να τα πλύνει πριν πάει στον φίλο του. Ωστόσο, αυτές οι επιλογές πρέπει να πηγάζουν από την επικοινωνία των εμπλεκομένων και να βασίζονται σε αυθεντικές προτιμήσεις. Μπορείτε να προσφερθείτε να πλύνετε εσείς τα πιάτα, ή να βρείτε κάποια άλλη λύση που θα σώζει τα προσχήματα. Μπορείτε, επίσης, να επιδιώξετε να μάθετε γιατί δεν υλοποιήθηκε η εκάστοτε εργασία, και ίσως τότε διαπιστώσετε την ανάγκη προσαρμογών στον τομέα των προσδοκιών ή του φόρτου εργασίας. Ο έλεγχος είναι αυτός πού προκαλεί φόβο και όχι αυτή καθαυτή η απόφαση, ή η λύση που προκρίνεται. Όταν προσφέρετε τη βοήθειά σας, το παιδί διδάσκεται από το παράδειγμά σας να βοηθά απλόχερα τους άλλους. Ο φόβος ότι μπορεί να σας εκμεταλλευτεί, σας στερεί την ευκαιρία να φερθείτε γενναιόδωρα, ενώ το χειρότερο είναι πώς ο φόβος που νιώθετε μεταδίδεται παράλληλα στο παιδί.

Οι άνθρωποι πού ελέγχονται αισθάνονται ταπεινωμένοι και αποκομμένοι. Αντιμέτωποι με ήπιες τακτικές εξαναγκασμού το παιδί μπερδεύεται και ίσως θεωρήσει πως το αίσθημα της ταπείνωσης που νιώθει είναι ανάρμοστο και πρέπει, συνεπώς, να καταπνιγεί. “Οι γονείς μου είναι τόσο καλοί. Γιατί εγώ αισθάνομαι τόσο άσχημα; Μάλλον εγώ φταίω”. Κι ενώ το παιδί αισθάνεται θλίψη και σύγχυση, ο γονιός ξεγελιέται από τη συμμόρφωση και πιστεύει πως ο έλεγχος του κάνει καλό.

Σε στιγμές μεγάλης απελπισίας, καλό είναι να θυμόμαστε πως οι πειθαρχικές μέθοδοι που υποθάλπουν τον φόβο οδηγούν σε βεβιασμένη υπακοή και δεν συμβάλλουν στη διάπλαση υγιών παιδιών. Αφού μπορούμε να πετύχουμε τον στόχο μας με αξιοπρέπεια, δεν υπάρχει λόγος να υιοθετούμε παρωχημένες μεθόδους που πληγώνουν το παιδί, καταστρατηγούν την αυτονομία του και βλάπτουν τη σχέση μας μαζί του.

Όταν το παιδί αισθάνεται ότι μπορεί άφοβα να είναι ο εαυτός του, θα επιδείξει αξιοσύνη, όχι για να σας ευχαριστήσει, αλλά επειδή θέλει να πετύχει. Θα συμπεριφερθεί με καλοσύνη και ευγένεια, όχι επειδή σας φοβάται, αλλά επειδή σας αγαπάει.

Naomi Aldrot, “Αναθρέφοντας τα παιδιά μας, αναθρέφουμε τους εαυτούς μας”

Ακολούθησε το TheMamagers στο Instagram

Διαβάστε περισσότερα

Best of network