Φάκελος διατροφή – κυνηγώντας τον πρώην με το δίκανο

Φάκελος διατροφή - κυνηγώντας τον πρώην με το δίκανο

Ερώτηση: Πόσα δίνει ο χωρισμένος μπαμπάς στα παιδιά του; Απάντηση: (1) την διατροφή που έχει ορίσει το δικαστήριο (γύρω στα 350 ευ ανα παιδί) (2) όσα θέλει (3) αέρα κοπανιστό.

Το (2) καλύπτει και τις 3 περιπτώσεις – αλλά σε γενικές γραμμές ο μπαμπάς είναι ελεύθερο πουλάκι άπαξ και χωρίσει: φίλη με 2 μικρά παιδιά, των οποίων ο μπαμπάς ξαναπαντρεύτηκε σε άλλη πόλη, μου λέει ότι της στέλνει «κανένα κατοστάρικο πότε πότε» μετά από πολλή πίεση, τηλεφωνήματα και μηνύματα από μέρους της. Πιέζει μέσω της πεθεράς της που κι αυτή όμως καταλήγει στο «δεν υπάρχει μία σου είπα κορίτσι μου, βγάλτα πέρα μόνη σου!»

Η φίλη την παλεύει σόλο με μια μισο-δουλίτσα, μειωμένο ωράριο. Τα έξοδα ενός παιδιού 5-12 ετών είναι γύρω στα 500 ευ το μήνα – φαγητό, ρούχα, παπούτσια, δραστηριότητες, σχολικά είδη κλπ. Το κλασσικό 350άρι που «υποχρεώνει» η Πολιτεία τον μπαμπά να πληρώνει κάθε μήνα για το βλαστάρι του δεν φτάνει. Οι περισσότερες χωρισμένες μαμάδες που ξέρω κυνηγάνε τους πρώην με το δίκαννο να δώσουν το 350άρι έτσι κι αλλιώς. Είτε δουλεύουν είτε δεν δουλεύουν, είτε είναι οκευ οικονομικά είτε όχι, οι περισσότεροι μπαμπάδες είναι αλήθεια πως δεν σκοτώνονται κι όλας να βάλουν το χέρι στην τσέπη. Πόσο μάλλον να το βγάλουνε από την τσέπη, κρατώντας χρήματα.

Τέλος πάντων, με χίλια ζόρια καταφέρνει η χωρισμένη/μόνη μαμά να μεγαλώσει το παιδάκι της παπουτσωμένο.*

(*πληζ μη βγει κανείς να προτείνει παιδικά παπούτσια από το Η&Μ 12.90 ή το Τζάμπο 9.90, μια χαρά είναι αλλά αντέχουν ένα μήνα. Δύο, αν το παιδάκι δεν πολύ-βγαίνει από το σπίτι. Το φθηνότερο παπούτσι, όπως και το ακριβότερο, μικραίνει σε ένα τρίμηνο που μεγαλώνει το πόδι του παιδιού. Με τα ρούχα κάτι γίνεται, αν τα αγοράζεις μεγάλα κρατάνε 2-3 χρόνια. Αλλά με τα παπούτσια, δεν σώζεσαι με τίποτε…)

Ξανά τέλος πάντων, το παιδί γίνεται 17-18. Θέλει φροντιστήρια, γραφικές ύλες, λάπτοπ, ρούχα-παπούτσια, και επιπλέον ένα χαρτζιλίκι για να βγαίνει με τους φίλους του για καφέδες. Η οικονομική υποχρέωση του μπαμπά τελειώνει (αν έχει τηρηθεί κατά γράμμα, ή κατά διάγραμμα έστω) και η μαμά… η μαμά συνεχίζει να χαρτζιλικώνει το παιδί, που ή μένει μαζί της ακόμα, ή είναι φοιτητής/τρια κάπου, οπότε και το ξανα-πληρώνει η μαμά: άλλες χωρισμένες μαμάδες με παιδιά-φοιτητές γελάνε ειρωνικά όταν ρωτάω ποιος πληρώνει τα έξοδα φοίτησης. «Εμείς, φυσικά! Είναι ζήτημα αν ο πρώην δίνει κανένα δεκάρικο στο παιδί, στη χάση και στη φέξη που το βλέπει…»

«Ούτε 5 ευρω δεν της δίνει, να πιει ένα καφέ», μου λέει φίλη με κόρη 21χρονη, «επιμένει ότι η μικρή πρέπει να πιάσει δουλειά εκεί που σπουδάζει, να πληρώνει μόνη της τα πάντα… αλλά είναι δύσκολο να βρει δουλειά σε μικρό μέρος, και δεν θέλω να δουλεύει γκαρσόνα από τόσο νέα…».

Το ιδανικό σενάριο είναι να σπουδάζει το σπλάχνο σου στην ίδια πόλη που ζεις εσύ η μάνα (χωρισμένη ή μη), ώστε να μένει μαζί σου – τρώει «στο σπίτι», εσύ αναλαμβάνεις τη μπουγάδα και τα τρέχοντα έξοδα. Ο πρώην σου; Είναι εξαφανισμένος κάπου, με φρέσκια οικογένεια (πολύ πιθανόν να ξανα-χώρισε και να ξανα-ξανα-παντρεύτηκε, τόσος καιρός που πέρασε). Και ναι. Δεν δίνει 5 ευρώ στο παιδί του, που μεγάλωσε πια, το έχει ντιπ ξεχάσει. Τα δίνεις όμως εσύ η μαμά, η ψυχή σου το ξέρει πως…

Τέλος πάντων και πάλι: η Χ, κόρη φίλης μου, έγινε μαμά σε νεαρή ηλικία, κι η φίλη έγινε πολύ νέα γιαγιά. Σε 3-4 χρόνια η κόρη ερωτεύτηκε άλλον άντρα, παράτησε σύζυγο και παιδί κι έφυγε στην Αργεντινή παρακαλώ, με τον άλλον άντρα. Οι φίλες της παρέας μας βρίζουν την Χ που έκανε κάτι τόσο ακραίο, και η ίδια η φίλη μου δεν έχει συνέλθει ακόμα από το σοκ… αλλά… μισό λεφτό… οι άντρες το κάνουν αυτό συνέχεια, ερωτεύονται και πηγαίνουν στην Αργεντινή ή στην Πάτρα με άλλες γυναίκες παρατώντας τα παιδιά τους σύξυλα. Το θεωρούμε δεδομένο ότι ένας άντρας, μέσα στις μελλοντικές πιθανότητές του βλέπει την Αργεντινή/Πάτρα/άλλη γειτονιά/άλλη οικογένεια/άλλη γκόμενα/άλλα παιδιά. Δεν πέφτουμε από τα σύννεφα, ντάξει, ερωτεύτηκε ο άνθρωπος, όλα για τους ανθρώπους είναι, μη τονε σφάξουμε, όλο και κάτι θα δίνει στα παιδιά του.

Δηλαδή, θα δίνει ότι του περισσεύει. Ενώ ο ρόλος του κανονικά είναι να χτυπιέται στον έξω κόσμο για να μεγαλώσει και να σπουδάσει τα παιδιά του, θα μετακινήσει τα τουβλάκια στο ντουβαράκι της ζωής του και θα χτυπιέται χωρίς λόγο, κι αν περισσεύει κάτι από το χτύπημα, μπορεί να το δίνει στα παιδιά του. Που απομακρύνονται όλο και πιο πολύ, αλλά οκευ: με τη μάνα τους είναι στην τελική, δεν είναι και ολομόναχα.

Το ίδιο θα έπρεπε να ισχύει για το παιδί της Χ, της κόρης της φίλης μου: με τον πατέρα του είναι στην τελική το παιδί της, δεν είναι και ολομόναχο. Η μαμά του έκανε αυτό που κάνουν οι άντρες εδώ και δεκαετίες (ερωτεύτηκε άλλο άτομο και έφυγε από την οικογένεια). Ναι, δεν ξέρω πως το κατάφερε, ειλικρινά δεν πιστεύω ότι θα μπορούσα να αφήσω τα παιδάκια μου και να πάω στην Αργεντινή, που είναι στου διαόλου τη μάνα, ούτε καν στην Κυψέλη. Αλλά προσπαθώ να μπω στη θέση της μικρής, νεαρούλας μάνας που άφησε το παιδάκι της: αν ο γάμος ήτανε φρίκη, αν δεν άντεχε άλλο, αν ένοιωθε ότι χάνει σιγά σιγά τον εαυτό της; Αν την έπνιγε η μοναξιά, αν δεν ήταν έτοιμη να γίνει μάνα όταν έγινε, αν δεν συμβιβάστηκε ποτέ με την ιδέα;

Θέλω να πω, δίνουμε πολλά ελαφρυντικά στους πατεράδες σαν κοινωνία, στους μπαμπάδες που είναι απόντες, χωρισμένοι ή όχι. Και είμαστε αδέκαστοι ξαφνικά με τις μαμάδες: θα έπρεπε να θυσιαστεί η μικρή μάνα Χ, η αυτοθυσία είναι συνώνυμη με την μητρότητα.

Και δεν είναι. Δεν θα έπρεπε να είναι. Έχουμε εκπαιδευτεί να την αντιμετωπίζουμε έτσι – είσαι μάνα, άρα αυτοθυσιάζεσαι συνέχεια, βάζεις τις ανάγκες του παιδιού σου πάντα πριν από τις δικές σου και μάλιστα χωρίς 5 ευρώ από τον πατέρα του παιδιού. Ή χωρίς ένα χέρι βοηθείας. Κάποιον να σηκωθεί τη νύχτα και να δώσει ένα μπιμπερό, να αλλάξει μια πάνα, να διαβάσει ένα παραμύθι, να λύσει εξισώσεις, να ρωτήσει «τι ώρα είναι αυτή;», να κάνει όσα κάνει μια μαμά… και που θα έπρεπε κανονικά να έκανε ΚΑΙ ΕΝΑΣ ΜΠΑΜΠΑΣ. Εκτός από το να δίνει ασυζητητί τα 5 ευρώπουλα στο καμάρι του χωρίς παρακάλια, απειλές και κλάματα.

Δεν θέλω απαραίτητα να καταλήξω κάπου, αν υπάρχει ένα «μήνυμα» ή καλύτερα ένα λογικό συμπέρασμα που σερβίρω εδώ είναι το να μην αντιμετωπίζουμε φασιστικά τις άλλες μαμάδες: το κάνουμε από κεκτημένη ταχύτητα, είμαστε ανελαστικοί/ες απέναντί τους – και not so much απέναντι στους μπαμπάδες. Οι μαμάδες τραβάνε τα πάνδεινα, πιστέψτε με. Ξενυχτάνε, μαγειρεύουν, ψωνίζουν στις λαϊκές, πλένουν, απλώνουν, διαβάζουν τα παιδιά, τα τρέχουν από δω κι από κεί, πληρώνουν, δουλεύουν, δίνουνε 5 ευρώ και αντέχουν επειδή έτσι θέλουνε. Θα έπρεπε να θέλουν τα ίδια και οι μπαμπάδες. Θα έπρεπε να μας σκάει το ίδιο ο μπαμπάς που παρατάει το παιδάκι του, όσο και η μαμά που παρατάει το παιδάκι της: και οι δύο κάνουν κάτι εγκληματικό απέναντι στο παιδί τους, κάτι που το παιδί θα χρειαστεί χρόνια ψυχανάλυσης για να το ξεπεράσει, αν ποτέ το ξεπεράσει. Αλλά δεν είναι η μαμά χειρότερη από τον μπαμπά, είναι και οι δυο το ίδιο ανεύθυνοι. Ή σκληροί. Ή σε αδιέξοδο – δεν με νοιάζει τι δικαιολογίες βρίσκουμε, απλώς να τις βρίσκουμε και για τους δύο γονείς με την ίδια ελαστικότητα… είτε δίνουνε τα 5 ευρώ στο παιδί τους είτε τα κρατάνε για πάρτη τους.

Διαβάστε επίσης:
Ωραίο μουστάκι μαμά
Αν τον αγαπάς, «πρέπει» να αγαπήσεις και τα παιδιά του

Ο μύθος του αδικημένου πατέρα

Ακολούθησε το TheMamagers στο Instagram

Διαβάστε περισσότερα

Best of network