Τότε που δεν υπήρχαν νταντάδες

Τότε που δεν υπήρχαν νταντάδες

Τότε που δεν υπήρχαν νταντάδεςΕδώ και πολλά χρόνια δεν την βλέπω πια. Από την εφηβεία μου και μετά σταμάτησα να πηγαίνω.

«Θα μεγαλώσεις και εσύ και θα έχεις τα δικά σου και δεν θα έρχεσαι να με βλέπεις», μου έλεγε συχνά και εγώ θύμωνα και ορμούσα πάνω της.

«Εγώ; Εγώ ποτέ δεν θα σε ξεχάσω!».

Φυσικά και την ξέχασα. Αραιά και που, σαν περνούσα απέξω της χτυπούσα την πόρτα να της πω ένα γεια και τελευταία φορά της πήγα την κόρη μου μικρή, πριν καμιά δεκαριά χρόνια να τη δει.

«Όμορφο είναι μάτια μου, να σου ζήσει, μα σαν εσένα μωρό τέτοιο δεν έχει ξανάγινε» αποφάνθηκε και με κέρασε παγωτό φράουλα.

Εκείνη η γυναίκα δεν πήρε ποτέ χρήματα από τους δικούς μου. Δεν με μάλωσε ποτέ και με έμαθε τι πάει να πει να είσαι χαρούμενος με ότι έχεις, να κάνεις τα λίγα να φαίνονται πολλά, να κάνεις τραπέζι και να μη λείπει τίποτα, να έχεις την πόρτα σου ανοιχτή και την καρδιά σου γεμάτη.

Μου έμαθε να κόβω τα ώριμα σύκα από την τεράστια συκιά της αυλής της, να κάνω μπουκέτα από τα αγριολούλουδα που φυτρώνανε στα άδεια ακόμη οικόπεδα στο Χαλάνδρι και να στολίζω με αυτά το τραπέζι για το μεσημεριανό.

Δεν είχε τελειώσει η Μαριώ ούτε δημοτικό, μα ήταν η σπουδαιότερη manager που έχω γνωρίσει. Κάθε χρόνο το σπίτι της μεγάλωνε, τα παιδιά της σπουδάσανε και εκείνη κατάφερνε με ένα μισθό να έχει και αποταμιεύσεις, τις οποίες έδωσε στον μεγάλο της γιο όταν εκείνος έφυγε για Αμερική για να γίνει αργότερα καθηγητής Οικονομικών σε μεγάλο αμερικάνικο πανεπιστήμιο.

Είμαι βέβαιη πως η περιβόητη αυτοπεποίθηση και το θάρρος μου χτιστήκανε εν μέρη σε εκείνη την τσιμεντένια αυλή όταν μου έλεγε με καμάρι:

Εσύ είσαι και έξυπνη και καλή, και ότι θες να καταφέρεις, το μπορείς. Είσαι και όμορφη πολύ, αλλά να μη σε νοιάζει αυτό…

Σήμερα έμαθα πως πρόσφατα αρρώστησε πολύ και παραλίγο να φύγει. Την πήρα τηλέφωνο μετά από σχεδόν 20 χρόνια -θυμάμαι ακόμη απέξω το νούμερό της- για να την ακούσω.

-Μαριώ μου…

-Ρηνούλι μου, εσύ;

Κρατήθηκα να μην καταλάβει τα αναφιλητά μου και την ταράξω περισσότερο, τώρα που αναρρώνει. Της υποσχέθηκα να πάω να τη δω και θα το κάνω. Να της πω το τελευταίο ευχαριστώ για την τόση αγάπη που μου έδωσε χωρίς αντάλλαγμα κανένα. Για τις τόσες φορές που με παρηγόρησε και με νανούρισε και με τάισε, χωρίς να είμαι παιδί της.

Γιατί έτσι κάνανε τότε. Γιατί εγώ ήμουν τυχερή που τη γνώρισα.

Γράφει η Κατερίνα Δημητρακοπούλου

Διαβάστε επίσης:

Δούλευα για να πληρώνω τη νταντά, γι’ αυτό αποφάσισα να δουλέψω από το σπίτι

Ακολούθησε το TheMamagers στο Instagram

Διαβάστε περισσότερα

Best of network