Αυτός ο κόσμος δεν μου γέμιζε το μάτι απ’ την αρχή…

Αυτός ο κόσμος δεν μου γέμιζε το μάτι απ' την αρχή...

Μέρα μεσημέρι, με την κοιλιά στο στόμα και μία ανθοδέσμη στο χέρι, ετών 18 και κάτι ψιλά, σε κοιτάζω να λες αστεία στα σκαλιά του δημαρχείου για το ατύχημα με το μηχανάκι. Γελάμε δυνατά στο παραπέντε του γάμου και στο και τέταρτο μιας εφηβείας που πήγε υπέρ πίστεως πάνω στην τρέλα μιας στιγμής. Καμαρώνεις με το γύψο στο πόδι που γράφει επάνω ΑΕΚ για πάντα.

Δεν ήξερα τότε πως μπορεί και μόνο ένα λεπτό να κρατάει το για πάντα.

Το σχολείο μου πλάκωνε την αναπνοή. Tώρα ελεύθεροι πια. Χειροκρότημα και αγκαλιές σφιχτές να μην χωράει ανάμεσα ούτε ο αέρας. Εγώ θέλω κοριτσάκι. Η ευχή της μάνας μου ένα βλέμμα μούντζες. Λίγο πριν, με δόξα και τιμή και τα πρωινάδικα στην διαπασών, μετρούσε στην κουζίνα τα ρέστα για να βγάλουμε τον μήνα. Πάνω στο τραπέζι ένα καλάθι γεμάτο κουφέτα.

Κάθε μέρα όπως έρθει. Η αρχή μιας ιστορίας που μοιάζει προ πολλού τελειωμένη. Ένας ωκεανός έρωτα στριμωγμένος σε έναν καναπέ – κρεβάτι δανεικό και βλέπουμε. Από Δευτέρα στις ουρές για τα επιδόματα δεν θα καταλαβαίνεις τι χαρτιά θα πρέπει να μαζέψεις. Το βράδυ καφές στην πλατεία με δυο κολλητούς που γεμίζουν την καρδιά ζάχαρη άχνη. Κορώνα ή γράμματα, είναι η δική μου σειρά τώρα. Από άποψη λέμε δεν γουστάρω στα πρέπει των δήθεν. Από άποψη λέμε δήθεν. Όταν φοβάμαι γελάω. Μια λέξη θα σιχαίνομαι πάντα, το μέλλον. Μια λέξη δεν μου έμαθαν ποτέ, την λαχτάρα.

Για όλα θα φταίνε πάντα οι άλλοι.

Θάρρος θα πω στο παιδί μου σημαίνει να ξυπνάς κάθε πρωί αγκαλιά με το λάθος που πρόλαβε να σε καταπιεί πρώτο. Θα ισορροπούμε έτσι για χρόνια με τα χέρια ανοιχτά σαν τους ακροβάτες πάνω στα στηθαία του κόσμου. Θα βγάζουμε την γλώσσα σε όσους νίκησαν στις μάχες που δεν δώσαμε. Θα φωνάζουμε δυνατά μα δεν θα κουνάμε ρούπι από τα ίδια. Για κάθε ευκαιρία χαμένη θα φτιάχνουμε προβλήματα χωρίς λύση. Για μια κουβέντα παραπάνω, που θα μου πει το αφεντικό, θα πετάξω το δίσκο με τους καφέδες κάτω και θα φύγω.

Ένα από όλα τα βράδια, μετά από την όποια δουλειά, με το μέτωπό μου κολλημένο στο τζάμι κάποιου βαγονιού και το εισιτήριο μου κουρέλι στα χέρια, θα κοιτάζω τις γυναίκες που φορούν ωραία ρούχα και μέσα στην ασφάλεια αυτής της ρυθμικής κίνησης του τρένου από σταθμό σε σταθμό, θα θυμηθώ πως μου είχες υποσχεθεί να με πας μέχρι τα αστέρια.

Ενός λεπτού σιγή.

Ακούω μόνο την ανάσα μου.

Ακούω μόνο την ανάσα μου και ακριβώς ένα δευτερόλεπτο μετά από ενός λεπτού σιγή ξέρω.

Ξέρω πως με τις πυξίδες αυτές σβηστήκαμε τελικά από τους χάρτες. Ξέρω πως το πιο μακρινό μας ταξίδι έκλινε τις λέξεις σε χρόνους μελλοντικούς και ελπιδοβόρους. Ξέρω πως το πιο ανατρεπτικό στοίχημα που βάλαμε με το σύμπαν ήταν να χαζεύουμε που και που τα χνώτα μας στο καθρεφτάκι για να ξέρουμε πως είμαστε ακόμα ζωντανοί.

Ξέρω πως ο κόσμος αυτός, που πάντα έλεγες πως σε εμάς χρωστούσε ότι του περίσσευε, εμένα δεν μου γέμιζε το μάτι από την αρχή.

Ακολούθησε το TheMamagers στο Instagram

Διαβάστε περισσότερα

Best of network