Γιατί ένα Σαββατοκύριακο με τον μπαμπά είναι καλύτερο από ένα play date

Γιατί ένα Σαββατοκύριακο με τον μπαμπά είναι καλύτερο από ένα play date

Είμαι ένας απαίσιος πατέρας, δύο μικρών παιδιών, πέντε και δύο ετών. Καταρχάς γιατί εδώ και λίγα χρόνια έχω φύγει στο εξωτερικό για δουλειά, και λείπω το περισσότερο διάστημα. Επίσης, δεν ακολουθώ πρωτόκολλο σε κάποια πράγματα. Ξυπνάμε, ξυπνάνε, παίρνουμε πρωινό, ο καθένας όπου θέλει. Απαράβατος κανόνας ότι θα πάρουν το γάλα τους και το φαγητό μόνοι τους από την κουζίνα, και θα ξαναφέρουν πίσω τα άδεια πιάτα και ποτήρια/μπιμπερό. Ναι, και το μικρό, το δίχρονο. Και το χειρότερο. Όταν είμαι μαζι τους για λίγες μέρες, μία δυο φορές κάθε μήνα, το μυαλό μου δεν στροβιλίζει συνέχεια γύρω από το τι θα κάνουμε για να απασχολήσουμε τα παιδιά μας.

Δεν έχω κανονίσει μέχρι τελευταίας λεπτομέρειας όλο το Σαββατοκύριακο, δεν έχω οργανώσει ποδόσφαιρο, τζούντο, μπαλέτο, ποδήλατο, πάρκο, ύπνο, πάρκο, lego ή puzzle, όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά.  Υπάρχουν μόνο άλλοι δύο απαράβατοι κανόνες. Φαγητό μεταξύ 13:00 και 14:00 και βραδυνός ύπνος στις 20:30 το αργότερο.  Όλη την άλλη ημέρα, χύμα. Στο κύμα, στο βουνό, στο σαλόνι, στο καφέ της γειτονιάς. Δεν έχει σημασία. Δεν έχω καν κανονίσει play date.  Τι; Δεν ξέρετε τι είναι τα play dates;  Ούτε εγώ. Έμαθα όμως.  Είναι συνεύρεση με άλλο ένα ή δύο το πολύ παιδιά συνομήλικα σε κάποιο χώρο για παιχνίδι, για κάνα δίωρο.  Οι γονείς μιλούν περί ανέμων και υδάτων, ενίοτε τσακώνονται για τα πολιτικά ή τα ποδοσφαιρκά, αλλά στο δίωρο πάνω όλοι γυρνούν σπίτια τους «χαρούμενοι».

Όμως υπάρχουν και οι στιγμές που βλέπω αυτό το ειλικρινά χαρούμενο προσωπάκι του πεντάχρονου γιου μου όταν του λέω, έτσι ξαφνικά, πάμε να φτιάξουμε ένα κέικ. Γιατί μου ήρθε η όρεξη να φτιάξουμε ένα κέικ ρε παιδί μου. Και θα γίνει χαμός.  Εύρεση υλικών, που από μόνη της σαν δραστηριότητα παίρνει αρκετό χρόνο σε μια γυναικοκρατούμενη κουζίνα, ένα άτυπο κυνήγι θησαυρού. Μίξερ, αλεύρια παντού, ταψιά, άχνη, στίβες από άπλυτα σκεύη. Πόλεμος.  Και μετά, να πλύνουμε, ότι μπορούμε, για να τα βρει η μαμά όπως ήταν πριν. Δύσκολο. Αλλά έναν έπαινο για την προσπάθεια τουλάχιστον. Και αυτό το κέικ, έχει ίσως την πιο ωραία γεύση του κόσμου. Στον δικό μας κόσμο εννοώ, γιατί όντως του Παρλιάρου μάλλον είναι καλύτερο.

Λίγο αργότερα, και σίγουρα όταν η σύζυγος δεν θα είναι παρούσα, θα φωνάξω τη δίχρονη κόρη μου, στο σαλόνι όπου θα είμαι αραγμένος. Θα τη φωνάξω έτσι, χωρίς λόγο. Και θα έρθει, με αυτό το ατσούμπαλο τρέξιμο που όλοι ξέρετε πως είναι σε αυτήν την ηλικία. Θα έρθει χαμογελώντας. Και θα φάει ένα μαξιλάρι στη μούρη. Και δεύτερο. Διαπιστώνοντας ότι η μάχη είναι άνιση θα κάτσω να φάω και εγώ μερικές. Σε ελάχιστα λεπτά το σαλόνι δεν θα θυμίζει τίποτα από αυτό που έχει στο μυαλό της μία σύζυγος για ένα σαλόνι.  Ελλείψει τραμπολίνο, θα χρησιμοποιηθούν τα χέρια του καναπέ για εκτόξευση και ο καναπές για προσγείωση. Βαθμολογίες, οδηγίες για καλύτερη και ασφαλέστερη προσγείωση. Και πάμε άλλη μία.  Κλειδί στην πόρτα, και πρέπει να πάρεις αστραπιαία αυστηρό ύφος και να ρίξεις όλο το φταίξιμο στη δίχρονη κόρη σου.  Απαίσιος πατέρας.

Είναι η στιγμή που όντως πρέπει να εξαφανιστείς από το σπίτι. Οχι μόνος. Είναι τότε που θα πάρεις τον μικρό σου γιο για μια βόλτα. Μόνοι. Αντροπαρέα. Χωρίς προορισμό.  Γιατί τα αδέρφια , ειδικά όταν είναι πολύ μικρά, είναι καλό να χωρίζουν για κάποια ώρα. Οχι, δεν μου το έχει πει κανένας ειδικός, και μπορεί να είναι τελείως λάθος.  Αλλωστε ξαναδιάβασε την πρώτη πρόταση του άρθρου. Ομως το να μπαίνεις στο αυτοκίνητο με τον πεντάχρονο γιο σου, να τον κοιτάς από τον καθρέφτη και να του λες «πάμε κάπου να φάμε οι δυο μας»  είναι μια γλυκιά συνομωσία, είναι μια αντρική στιγμή, μία ξαφνική αλλαγή ρόλων, γίνεσαι εσύ στιγμιαία παιδί και εκεινος στιγμιαία μεγάλος, συναντιέστε κάπου στη μέση. Ναι, δεν θα του δώσω να δοκιμάσει το ποτήρι με το κόκκινο κρασί που θα πίνω, αλλά θα ορίσουμε, μαζί, από κοινού, τους όρους του παιχνιδιού. Θα υποσχεθώ ότι όταν φθάσει σε ύψος στο ψυγείο, εκείνο το μαγνητάκι από την Κίμωλο που πήραμε το καλοκαίρι, θα πιει το πρώτο του κρασί. Και θα ενθουσιαστεί.  Δεν συνηδειτοποιεί βέβαια ότι τα μαγνητάκια αλλάζουν εύκολα θέση, και οταν γυρίσω σπίτι θα προσπαθώ να υπολογίσω τι ύψος θα έχει όταν θα είναι  τουλάχιστον 16 για να συμβεί αυτό…

Στην επιστροφή στο σπίτι, και αφού το σαλόνι θυμίζει και πάλι σαλόνι, θα πιάσω τον εαυτό μου να αισθάνεται άσχημα. Γιατί, «που είσασταν δύο ώρες» , «έφαγε;» , «μας πήρε η μαμά του Λάμπρου, για play date» αλλά τώρα πέρασε η ώρα.  Αλλά, μας περιμένει ένα υπέροχο κέικ. Και μια αγκαλιά για καληνύχτα από τον τύπο που έχει ήδη ελέγξει το πόσο απέχει από το μαγνητάκι, που είχα ήδη ευτυχώς μετακινήσει. Και το σατανικό χαμόγελο της κόρης μου, που ξέρει ότι την επόμενη ημέρα, η προσγείωση θα έχει βελτιωθεί τόσο ώστε να πάρει το πολυπόθητο 9.  Δεκάρι μόνο η Κομανέτσι.  Από τότε καμία άλλη …

Κωνσταντίνος Βενετάκος

Ακολούθησε το TheMamagers στο Instagram

Διαβάστε περισσότερα

Best of network