Μήπως το over parenting δεν κάνει καλό σε κανέναν; Ούτε στο παιδί ούτε στον γονιό;

Over parenting

Νήπια που πρέπει να απασχολούνται ακατάπαυστα με δημιουργικές δραστηριότητες και γονείς που γυρίζουν με ενοχές από τη δουλειά τους για να περάσουν πάση θυσία ποιοτικό χρόνο με τα παιδιά τους. Αυτή η καινούργια ιδέα, ότι κάθε στιγμή πρέπει να είναι σημαντική, τείνει να μετράει πλέον τόσο πολύ ώστε να ξεχνάμε τη σημασία που έχουν τα βασικά, όπως μια αγκαλιά και ένα φιλί.

Στην Αμερική έχει όνομα: λέγεται over parenting.

Και όπως φαίνεται δεν κάνει ευτυχισμένο κανένα. Σύμφωνα με αποτελέσματα ερευνών, οι Αμερικανίδες μητέρες κουράζονται διπλά από τις Γαλλίδες για να απασχολήσουν τα παιδιά τους, ή βρίσκουν τις δουλειές του σπιτιού περισσότερο ευχάριστες από το baby-sitting.

Πολλές φορές ένιωσα ένοχη, επειδή προτιμούσα να χαλαρώσουμε με τον άνδρα μου στο σπίτι, αντί να πάμε σε κάποιο πάρκο δραστηριοτήτων για τη μικρή, όπως συνηθίζουν τα ζευγάρια που έχουν παιδιά.
Η ενοχή και το πώς την αντιμετωπίζουμε:
Αυτό είναι το βασικό χαρακτηριστικό που κάνει τη Γαλλίδα μητέρα να διαφέρει από τις υπόλοιπες, σύμφωνα και με την Pamela.
«Η Αμερικανίδα ασπάζεται την ενοχή. Είναι ένα είδος συναισθηματικού φόρου που πρέπει να πληρώσει επειδή:
Λείπει στη δουλειά ή αφήνει τα παιδιά να δουν τηλεόραση για να βρει λίγο χρόνο για τον εαυτό της.
Οι Γαλλίδες πιστεύουν ότι η ενοχή είναι ανθυγιεινή. Πιστεύουν επίσης ότι ένα σπιτικό που βασίζει ολόκληρη την ύπαρξή του στα παιδιά είναι εξαιρετικά ανισόρροπο. Και πως ακόμα και τα μωρά πρέπει να αναπτύξουν τη δική τους εσωτερική ζωή».

Όταν ρώτησε τις φίλες της «πώς μαθαίνουν στα παιδιά τους πειθαρχία», εκείνες την κοίταξαν στην αρχή σαν να μην καταλαβαίνουν.
«Α, εννοείς πώς τα εκπαιδεύουμε», είπαν τελικά. Οι Γάλλοι πιστεύουν πραγματικά ότι τα παιδιά χρησιμοποιούν τη λογική τους από τη μέρα που γεννιούνται. Ότι ένα μωρό μπορεί να μάθει πράγματα από μερικών εβδομάδων:

Όπως το να κοιμάται όλη τη νύχτα στην κούνια του. Ή ότι δεν πρέπει να ρίξει κάτω όλα τα πράγματα από το τραπέζι αν του το εξηγήσεις με λόγια.

Εκτός, ασφαλώς, απ’την ευγένεια (μετά το «μαμά», οι επόμενες λέξεις που μαθαίνουν είναι οπωσδήποτε, ευχαριστώ, παρακαλώ, καλημέρα και καληνύχτα, υπάρχει μια εμμονή με το να χαιρετούν τους μεγαλύτερους και τους ξένους), τα Γαλλάκια αναπτύσσουν άλλο ένα βασικό προτέρημα: Την υπομονή. Αντί να τρέχουν για να ικανοποιήσουν κάθε αίτημα των μωρών μας–λογικό ή παράλογο-οι Γαλλίδες κινούνται πιο νωχελικά απέναντι σ’αυτά τα μικρά θέλω.
Μ’αυτόν τον τρόπο, διδάσκουν στα παιδιά τους ότι δεν μπορούν να έχουν αυτό που θέλουν, τη στιγμή που το θέλουν.
Αυτό δεν ωφελεί μόνο τη μητέρα αλλά και το παιδί. Το αποδεικνύει και το πείραμα με το marshmallow.

Στα τέλη της δεκαετίας του ’60, ο Δρ. Walter Mischel-τον οποίο η Druckerman, μάλιστα, συνάντησε αυτοπροσώπως-έκανε το περίφημο «marshmallow test». Βάζουμε ένα 4χρονο σ’ένα δωμάτιο, στο οποίο υπάρχει ένα marshmallow, πάνω σ’ένα τραπέζι. Ένας ενήλικας λέει στο παιδί ότι θα λείψει για λίγο. Αν εκείνο δεν φάει το γλυκό μέχρι να επιστρέψει, θα το ανταμείψει με δύο. Αν το φάει, δεν θα πάρει δεύτερο. Τα περισσότερα παιδιά περιμένουν το πολύ 30″. Μόνο το 1/3 περιμένει και τα 15 ολόκληρα λεπτά. Τα παιδιά που περίμεναν, βρίσκοντας τρόπους ν’απασχοληθούν με κάτι άλλο, έγιναν αργότερα ενήλικες ικανότεροι να συγκεντρωθούν και ν’αντεπεξέλθουν σε συνθήκες στρες.

Οι Γάλλοι, όπως όλοι, λατρεύουν τα παιδιά τους, απλά δεν χάνουν τον εαυτό τους μέσα στο over parenting.

Είτε μιλάμε για φαγητό, είτε μιλάμε για την διατήρηση της συζυγικής σχέσης.
«Τα βράδια είναι δικά μας», λέει μια Γαλλίδα γειτόνισσά της.
«Η κόρη μας μπορεί να είναι μαζί μας αν το θέλει, αλλά ξέρει ότι αυτή είναι η ώρα των μεγάλων».

Κανείς δεν είπε ότι τα παιδιά μπορούν μ’ένα μαγικό τρόπο ν’αρχίσουν να κάνουν ό,τι είναι σωστό. Να σωπαίνουν μέχρι να τους απευθύνεις το λόγο. Η ίδια η Druckerman, παραδέχεται στ’άρθρα της, κατέβαλε προσπάθειες μέχρι ο γιος της να μην το σκάει απ’την παιδική χαρά.
«Τα παιδιά μου εξακολουθούν να είναι πιο θορυβώδη από τα ντόπια παιδιά. Δεν λένε πάντα καλημέρα αλλά ζητούν καμαμπέρ στο τέλος του δείπνου. Συνήθως τους μιλάω αγγλικά, αλλά όταν ζορίσουν τα πράγματα δηλώνω με σταθερή φωνή:
«C’est moi qui décide!” (=Εγώ αποφασίζω!), τη φράση που λένε οι Γάλλοι για να εδραιώσουν την εξουσία τους. Ακόμα κι εγώ εκπλήσσομαι όταν με πιστεύουν».

Επιμέλεια: Λίνα Παπαδοπούλου

Πηγές: Περιοδικό marie claire, theguardian.com

Ακολούθησε το TheMamagers στο Instagram

Διαβάστε περισσότερα

Best of network