Η εφηβεία είναι μια από τις φάσεις στην ανάπτυξη των παιδιών που δυσκολεύει περισσότερο και πολλές φορές τρομοκρατεί τους γονείς. Χρονικά, τοποθετείται από το 12ο έως το 18-19ο έτος της ηλικίας και αποτελεί μια μεταβατική περίοδο, καθώς συνιστά το πέρασμα από την παιδική στην ενήλικη ζωή. Ο έφηβος δεν είναι ακόμη ενήλικας, ούτε όμως και παιδί. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου λαμβάνουν χώρα μεγάλες αλλαγές σε σωματικό, νοητικό, συναισθηματικό και κοινωνικό επίπεδο.
Κατά τη διάρκεια της ήβης, το παιδικό σώμα μεταμορφώνεται, η σκέψη των εφήβων εκτινάσσεται, ενώ οι γονείς αμφισβητούνται έντονα και αποκαθηλώνονται στα μάτια των παιδιών τους. Από την άλλη, η ομάδα των συνομηλίκων καταλαμβάνει κυρίαρχη θέση και η γνώμη των φίλων αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα. Οι έφηβοι αρχίζουν να ενδιαφέρονται για το άλλο φύλο πολύ περισσότερο απ’ ότι στο παρελθόν και οι πρώτες σεξουαλικές εμπειρίες εμφανίζονται. Παράλληλα, αρχίζουν να προβληματίζονται για τις επαγγελματικές τους επιλογές, ενώ δεν είναι σπάνιο σε αυτή την ηλικία να πειραματίζονται με το τσιγάρο, το αλκοόλ, ή και τα ναρκωτικά. Το ερώτημα λοιπόν είναι τί μπορούν να κάνουν οι γονείς για να διατηρήσουν μια καλή σχέση με τα παιδιά τους κατά τη διάρκεια της εφηβείας και παράλληλα να τα προστατεύσουν από ενδεχόμενους κινδύνους;
Οι γονείς χρειάζεται, πρώτα απ’ όλα, να είναι καλά ενημερωμένοι για τις επερχόμενες αλλαγές της εφηβείας. Αυτό μπορεί να γίνει μέσω του διαδικτύου, μέσα από σχετικά βιβλία, ή συμβουλευόμενοι κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας για εφήβους. Οι σωστά ενημερωμένοι γονείς γνωρίζουν τί να περιμένουν από το παιδί τους και πώς να το αντιμετωπίσουν πιο αποτελεσματικά.
Επιπλέον, χρειάζεται οι ίδιοι να αποδεχτούν την πραγματικότητα ότι το παιδί τους μεγαλώνει. Κι ότι είναι φυσιολογικό να διεκδικεί την ανεξαρτησία του. Αυτός είναι και ο λόγος που συγκρούεται μαζί τους. Πολλοί γονείς βέβαια στενοχωριούνται από αυτή τη στάση των εφήβων, καθώς την ερμηνεύουν ως προσωπική τους αποτυχία. Είχαν συνηθίσει το παιδί τους να τους θαυμάζει και να τους θεωρεί πρότυπο. Ενώ τώρα, όσο προχωρά η εφηβεία, εκείνο τους αμφισβητεί και τους απομυθοποιεί. Πρόκειται όμως για μια φυσιολογική διαδικασία, απαραίτητη για την ανεξαρτητοποίηση των εφήβων και την ανακάλυψη της δικής τους προσωπικής ταυτότητας.
- να βοηθήσουν κάνοντας μαζί με τον έφηβο μια έρευνα για τις επιλογές που υπάρχουν,
- να συζητήσουν μαζί του τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της κάθε επιλογής,
- αλλά τελικά να αφήσουν το περιθώριο στο παιδί τους να αποφασίσει το ίδιο για τη δική του ζωή.
Επίσης, είναι βασικό να θυμόμαστε ότι οι έφηβοι χρειάζονται όρια, προκειμένου να'ρθουν αντιμέτωποι μ'αυτά και να προσπαθήσουν να τα ξεπεράσουν. Στην εφηβεία, όμως, χρειάζεται να υπάρχει ευελιξία στον καθορισμό των ορίων. Κι αυτά να είναι αποτέλεσμα διαπραγμάτευσης (π.χ. για το τί ώρα θα επιστρέψει το παιδί στο σπίτι). Οι γονείς μπορούν να επανεξετάζουν τα όρια που βάζουν σε τακτά χρονικά διαστήματα. Ανάλογα πάντα και με την συμπεριφορά του παιδιού. Τα όρια μπορεί να είναι αυστηρά σε κάποιους τομείς, αλλά χαλαρά σε άλλους (όπως π.χ. το χτένισμα ή το ντύσιμο). Ώστε ο έφηβος να νιώθει ελεύθερος. Άλλωστε, μπορεί να είναι το παιδί μας, αλλά πρόκειται για μια ξεχωριστή προσωπικότητα, την οποία οφείλουμε να σεβόμαστε.
Παράλληλα, οι γονείς χρειάζεται να είναι διαθέσιμοι για τον έφηβο, προκειμένου να συζητήσει μαζί τους οτιδήποτε τον απασχολεί. Για να υπάρξει όμως ουσιαστική επικοινωνία, θα πρέπει να απουσιάζουν η κριτική, τα «κηρύγματα», οι ανακρίσεις και οι μακροσκελείς μονόλογοι. Για να μας μιλήσει ο έφηβος, χρειάζεται να του αφήσουμε τον χώρο και τον χρόνο να το κάνει. Γι’ αυτό, καλό είναι να μιλούμε λιγότερο και να ακούμε περισσότερο, ώστε να καταλάβουμε εκείνος τί σκέφτεται και πώς αισθάνεται. Ο λόγος μας χρειάζεται να είναι σύντομος και περιεκτικός, για να μπορεί να μας παρακολουθήσει και να αφομοιώσει όσα λέμε.
Σε αυτή την επικοινωνιακή βάση χρειάζεται να στηριχθούν και οι προσπάθειές μας να συζητήσουμε μαζί του και πιο ευαίσθητα θέματα. Όπως αυτά που έχουν να κάνουν με τη σεξουαλική ζωή των εφήβων. Είναι απαραίτητο οι έφηβοι να είναι ενημερωμένοι για θέματα που αφορούν στη σεξουαλική υγεία, στην πρώτη επαφή και στην αντισύλληψη. Η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση, όμως, χρειάζεται να ξεκινά πριν την εφηβεία, από μικρή ηλικία. Γιατί αφενός μετά μπορεί να είναι πολύ αργά, και αφετέρου γιατί στην εφηβεία οποιαδήποτε συζήτηση αρχίζει από τους γονείς γι’ αυτό το θέμα, είναι πιθανό να εκλαμβάνεται από τους εφήβους ως παρέμβαση στην προσωπική τους ζωή.
Το πιο σπουδαίο όμως είναι να θυμόμαστε ότι μια υγιής σχέση και επικοινωνία με το παιδί μας χτίζεται από την πρώτη ημέρα της γέννησής του. Ώστε να υπάρχουν στέρεες βάσεις πάνω στις οποίες θα στηριχτούμε στη συνέχεια.