Τότε που νόμιζα ότι είχα την τέλεια σχέση με την έφηβη κόρη μου. Ότι τα λέγαμε όλα, ότι ήμασταν φίλες, ότι τα είχα καταφέρει τόσο καλά, τότε είναι που έφαγα την πρώτη σφαλιάρα. Ήταν Πάσχα θυμάμαι, διακοπές. Το σχολείο, μιλάμε για Τρίτη Γυμνασίου, είχε κλείσει · είχαμε πάρει και βαθμούς, ικανοποιητικότατους και όλα έβαιναν καλώς. Τότε, είχα και την ψευδαίσθηση ότι οι καλοί βαθμοί είναι ένδειξη ηρεμίας και ισορροπίας. Ίσως και να είναι. Αλλά όχι πάντα. Κανένας γονιός δεν πρέπει να είναι απόλυτος στις θεωρίες που ακούει δεξιά αριστερά. Μπορεί να ισχύουν όλα, μπορεί τα μισά μπορεί και τίποτα. Εκείνο το βράδυ, ήταν Μεγάλη Πέμπτη η μικρή θα έβγαινε με τις φίλες της για να γιορτάσει τα γενέθλια ενός συμμαθητή της. Είχαμε πει ότι 12.00 θα είναι στο σπίτι παρά τις φωνές και τις αντιρρήσεις της. Τα κλασικά "έλα ρε μαμά, πάλι πρώτη θα φύγω", "δεν μου έχεις εμπιστοσύνη", "όλοι γυρνάνε 1 και 1.30". Ανένδοτη εγώ. Γύρω στις 12.00, δηλαδή τι γύρω, 12.00 νταν ήρθε στο σπίτι (ήταν τυπικότατη πάντα στα ωράρια που είχαμε θέσει) και πήγε κατευθείαν στο δωμάτιό της λέγοντάς μου ότι ήταν πτώμα. Κάτι μέσα μου χτύπησε alarm, κάτι αδιόρατο, ανεξήγητο. Θες να το πεις ένστικτο της μάνας; Θες να το πεις μια "καλή στιγμή;" θες να το πεις "σύμπτωση;", όπως θες πες το. Πήγα στο δωμάτιο και ήταν ξαπλωμένη μπρούμυτα στο κρεβάτι. Κάθισα δίπλα της, "κλαις"; τη ρώτησα. "Όχι όχι, είμαι απλά πτώμα μου είπε" προσπαθώντας να κρύψει το πρόσωπό της, αλλά η φωνή της, που ήξερα τόσο καλά, δεν ήταν κλαμμένη. "Για γύρνα λίγο να σε δω" της είπα γλυκά, με μια τρελή αγωνία που έκρυβα, παραμερίζοντας απαλά τα μαλλιά της. Γύρισε και τότε είδα τα μάτια της κατακόκκινα.
Δεν μπορεί, σκέφτηκα, έκλαιγε.
Αλλά δεν ήταν κλαμμένη. Κάποιο σκουπιδάκι μπήκε στο μάτι της; Έπαθε αλλεργία; "Τι συμβαίνει;" την ξανακοίταξα έντρομη για να προσέξω ότι εκτός από κόκκινα, τα μάτια της ήταν και "βαριά". Δεν ήθελα να σκεφτώ αυτό που έβλεπα μπροστά μου. Μέσα σε δευτερόλεπτα ένιωσα να γυρίζει το δωμάτιο, ότι καταρρέει το σύμπαν μου. "Τι έχεις πάρει;" τη ρώτησα τρέμοντας, αλλά προσπαθώντας να διατηρήσω την ηρεμία μου. "Τίποτα, τίποτα" μου απάντησε αμήχανα και προσπάθησε να γουρλώσει τα μάτια της για να μου αποδείξει τα λεγόμενά της. "Κάτι έχεις πάρει" της είπα, "δεν γίνεται τα μάτια σου να είναι έτσι". Ήθελα να την ταρακουνήσω, να την χαστουκίσω και ταυτόχρονα να χτυπήσω το κεφάλι μου στον τοίχο. Αλλά δεν έκανα τίποτα απ όλα αυτά. Την άρπαξα από το χέρι και της είπα αποφασιστικά και σταθερά "τώρα φεύγουμε για το νοσοκομείο για εξετάσεις. Βάλε παπούτσια". Δεν ξέρω πως φύγαμε από το σπίτι, πώς μπήκαμε στο αμάξι και πώς φτάσαμε στο νοσοκομείο. Μίλησα στην γραμματεία για το ιδιαίτερο συμβάν, ότι θέλω να κάνω δηλαδή εξετάσεις στην ανήλικη κόρη μου για χρήση ουσιών. Νόμισα ότι με κοίταξε με συμπόνοια η υπεύθυνη η οποία αφού έκανε μερικά εσωτερικά τηλέφωνα με παρέπεμψε σε κάποιον όροφο. Διαβάστε τη συνέχεια στην επόμενη σελίδα Οι εξετάσεις αίματος και ούρων έγιναν και επειδή θα ήταν έτοιμες το πρωί (διότι ήταν τοξικολογικές και ήθελαν κάποιο χρόνο) μας κράτησαν μέσα. Την επόμενη το πρωί μας ανακοίνωσαν ότι οι εξετάσεις βγήκαν θετικές, είχε γίνει χρήση κάνναβης και θα μας έβλεπε άμεσα ένας παιδοψυχολόγος.
Δεν ήθελα να φωνάξω, ούτε να μαλώσω το παιδί μου.
Ήθελα μόνο να μάθω γιατί; Ήθελα να δω τι έκανα λάθος, τι πήγε στραβά; Τι νόμιζα ότι έκανα σωστά; Μήπως δεν ήμουν αρκετή; Μήπως δεν ήμουν εκεί όταν χρειαζόταν; Τι παρέλειψα; Η μικρή καθόταν ζαρωμένη στο κρεβάτι της. Δίπλα μας ήταν ένα ζευγάρι με ένα μικρό κοριτσάκι που κόντεψε να πνιγεί με την τροφή του. Ύστερα από τις απαραίτητες συστάσεις και τα περαστικά στο μικρό τους με η μητέρα με ρώτησε "εσείς γιατί είστε εδώ;"... Πάγωσα, δεν ήξερα τι να πω. Ντράπηκα. Για μένα. Για την εντύπωση που θα έδινα σε αυτή τη μάνα. Απαράδεκτες σκέψεις αλλά αυτές πέρασαν από το μυαλό μου. "Για χρήση ουσιών" είπα και κοίταξα το πάτωμα. Αυτή η άγνωστη γυναίκα μου έπιασε το μπράτσο και κοιτώντας με γλυκά μου είπε "συμβαίνουν αυτά, όλα θα πάνε καλά". Το ίδιο πρωινό ήρθαν οι ψυχολόγοι. Δυο γυναίκες. Με κοίταξαν εξεταστικά και ένιωθα σαν να μου έλεγαν, "σκατά τα έκανες, έτσι;". Μου μίλησαν ευγενικά και τυπικά, με ρώτησαν για το συμβάν, αν είναι η πρώτη φορά. "Η πρώτη είναι...υποθέτω. Δεν έχει πέσει ξανά στην αντίληψή μου κάτι τέτοιο", απάντησα. Μετά μου ζήτησαν να περάσω έξω και έμειναν με τη μικρή για αρκετή ώρα. Όταν βγήκαν με φώναξαν λέγοντάς μου ότι η μικρή θα χρειαστεί παρακολούθηση από ψυχολόγους όπως κι εγώ φυσικά και ο πατέρας της που εκείνες τις μέρες ήταν εκτός Ελλάδας. Μείναμε 4 μέρες στο νοσοκομείο. Μίλησα για πολύ με τις ψυχολόγους, κατ΄ιδίαν. Μιλήσαμε για τη σχέση μου μαζί της. "Μας είπε ότι η σχέση σας είναι καλή" μου είπαν, απλά πολλές φορές την πιέζετε, είστε αυστηρή και φοβάται να σας λέει μερικά πράγματα γιατί ξέρει τις συνέπειες". "Είναι η εφηβεία" μου είπαν. "Έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση" μου ανέφεραν. Το κεφάλι μου βούιζε.
"Νόμιζα ότι ήμασταν φίλες" είπα, "ότι λέγαμε τα πάντα", "μια τέτοια σχέση είχαμε". Ένα παιδί πάντα κρατάει πράγματα για τον εαυτό του, μου απάντησαν.
Στην εφηβεία, εκμυστηρεύεται τα πάντα στους φίλους του, τους ομοίους του δηλαδή, όχι σε εσάς. "Προσέξτε περισσότερο τις παρέες της" μου είπαν. "Μα τα ξέρω τα περισσότερα παιδιά" ψέλλισα "και είναι καλά"... "Γνωρίστε και τα υπόλοιπα" μου είπαν "και να τα φέρνετε στο σπίτι, να τα ζείτε όσο μπορείτε". Ένα χρόνο μετά, όλα δείχνουν πως όλο αυτό το αφήσαμε πίσω μας. Οι συνεδρίες με τους ψυχολόγους διήρκεσαν 10 μήνες, συνοδεία υποχρεωτικών τοξικολογικών εξετάσεων που γίνονταν μια φορά την εβδομάδα προληπτικά. Καμία εξέταση δεν ξαναβγήκε θετική. Το παιδί μου αρνήθηκε να μιλήσουμε για αυτό ξανά, ήθελε το χρόνο της και τον θέλει ακόμα. Το συζητούσε μόνο με τους ειδικούς. Εκεί ένιωθε ασφάλεια και άνετα και οφείλαμε να το δεχτούμε. Πήρα αμέτρητα μαθήματα από αυτή την ιστορία. Τα πιο σημαντικά είναι ότι ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρος ότι το παιδί σου στα λέει όλα. Μάλλον θα πρέπει να είσαι σίγουρος ότι δεν στα λέει όλα, και αυτό θα πρέπει να είναι το μότο σου από δω και πέρα. Έμαθα πως όσα πράγματα κι αν κάνεις σωστά, πάντα θα σου ξεφύγουν άλλα τόσα που δεν μπορείς να προβλέψεις ποτέ πώς θα διαχειριστεί το παιδί σου. Και τέλος, ότι μόνο με αγάπη, υπομονή και αποδοχή πας μπροστά. Κλισέ το νόμιζα κι εγώ, αλλά δεν είναι. Έτσι καταφέραμε να πάμε παρακάτω και οι τρεις μας και μόνο έτσι αυτή η περιπέτεια δεν έμεινε μια σκοτεινή σελίδα στο γονεϊκό μας ταξίδι, αλλά ορόσημο για τη συνέχεια της ζωής μας. Γράφει η Βασιλική. Διαβάστε επίσης: Γιατί η αριστεία δεν είναι το πιο σημαντικό εφόδιο προόδου για τα παιδιά μας