Οι λέξεις και οι πράξεις των γονιών επηρεάζουν τα παιδιά. Έχουν τεράστια δύναμη πάνω τους. Γιατί δεν είναι απλά "αν", "όχι", "δεν ξέρω", "μπορεί". Δεν είναι σερφάρισμα στο κινητό για λίγο, δεν είναι απλά ένα αδιάφορο βλέμμα ή μια αθέτηση υπόσχεσης.
Οι λέξεις μας (και οι πράξεις μας) είναι μηνύματα που τους δίνουμε. Είναι patterns που θα γίνουν πεποιθήσεις τους. Είναι αυτά που θα γίνουν η εσωτερική τους φωνή και ο τρόπος σκέψης τους.
Μπορώ να προσέχω πάντα τις λέξεις μου;
Είναι το πρώτο που θα αναρωτηθεί εύκολα κανείς. Κι εγώ το ίδιο αναρωτιέμαι. Κάθε φορά- είτε είμαι κουρασμένη, είτε είμαι αγχωμένη ή στεναχωρημένη- θα πρέπει να προσέχω τι λέω; Κάποιος που θα πίστευε στην τελειότητα του γονιού- και του ανθρώπου γενικότερα- θα απαντούσε θετικά. Οι υπόλοιποι ξέρουμε ότι δεν είναι εφικτό.
Μπορούμε, όμως, να προσέχουμε τις λέξεις μας κάθε φορά που το παιδί έχει ανάγκη από εμάς να νιώσει ασφάλεια, να νιώσει αγάπη και πώς δεν είναι μόνο του. Μπορούμε να προσέχουμε τις λέξεις όταν θέλουμε να τους μιλήσουμε για κάτι σημαντικό. Όταν μιλάμε για το διάβασμα, τα όρια, τις ρουτίνες, τα όνειρά τους, τις ανασφάλειές τους, τα προβλήματά τους.
Η λέξη που κουβαλάει αβεβαιότητα και η λέξη που ενισχύει την αυτοπεποίθηση των παιδιών
"Αν κάνεις τα μαθήματά σου, θα πάμε σινεμά", λέμε. Το "αν" δημιουργεί αβεβαιότητα στα παιδιά. Ακούει ότι μπορεί και να μην το κάνει. Ότι δεν εξαρτάται από το ίδιο αλλά από τύχη ή κάποιον εξωτερικό παράγοντα.
Αντίθετα το "όταν" από τους γονείς δείχνει εμπιστοσύνη και ενισχύει την αυτοπεποίθηση του παιδιού. Του δίνει κίνητρο, του δημιουργεί βεαβαιότητα και σιγουριά. "Όταν κάνεις τα μαθήματά σου, θα πάμε σινεμά", τόσο εύκολο!
Τα λόγια μας είναι μικρά δώρα για τα παιδιά μας, τους χαρίζουν σιγουριά, ασφάλεια, αυτοπεποίθηση, δύναμη.