Όταν η κόρη μου ήταν 5 ετών ήταν μάλλον η χρονιά που ένιωθα τις περισσότερες τύψεις που έχω βιώσει μέχρι τώρα ως μαμά. Οι απαιτήσεις στη δουλειά μου ήταν αυξημένες και ως single μαμά που δεν έχει καθημερινή βοήθεια από τις γιαγιάδες, η εξάντλησή μου είχε χτυπήσει κόκκινο.
Με θυμάμαι κάθε πρωί να ξυπνάω μέσα στον πανικό για να προλάβω να ετοιμάσω τη μικρή για το προνήπιο και ενώ η πρώτη μου σκέψη ήταν “να την αγκαλιάσω και να της πω ότι την αγαπώ” κατέληγα να φωνάζω για να βάλει τα παπούτσια της. Όταν την χαιρετούσα στο σχολείο την φιλούσα και στο δρόμο σκεφτόμουν ότι δεν την χόρτασα και πως όταν θα συναντιόμασταν το απόγευμα θα έβρισκα το καλύτερο παιχνίδι για να περάσουμε όμορφο χρόνο μαζί. Το απόγευμα επέστρεφα στο σπίτι, όμως, και ήμουν τόσο κουρασμένη που δεν μπορούσα καν να βρω τις γωνίες σε ένα παζλ 20 κομματιών!
Ήμουν πιο ήρεμη. Κάθε φορά που έβλεπα ότι χάνω τη ψυχραιμία μου εξαιτίας της κούρασης, προσπαθούσα να κάνω ένα διάλειμμα. Ήταν, άλλωστε, μια αφορμή να παίξει και το παιδί μόνο του, να εστιάσει σε κάτι που το απασχολεί και να χαλαρώσει κι εκείνο.
Προσπαθούσα να εστιάσω στα όμορφα. Αντί να αναλώνομαι σε παρατηρήσεις ή σε όσα έπρεπε να λύσω ή να διορθώσω, προσπαθούσα να επαινώ την κόρη μου κάθε φορά που είχε μια καλή συμπεριφορά, όταν με βοηθούσε στις δουλειές ή μου έλεγε κάτι όμορφο. Έτσι δημιουργούσα ένα ήρεμο περιβάλλον και σιγά-σιγά και η κόρη μου κατάλαβε ότι θα έχει την απόλυτη προσοχή μου και τον καλύτερο εαυτό μου όταν διασκεδάζουμε και περνάμε όμορφα, χωρίς ξεσπάσματα και γκρίνιες.