- Έλα! Έλα να δεις… ακούστηκε το αγόρι πίσω από τις καλαμιές.
Η γυναίκα περπάτησε προς τη φωνή του παραμερίζοντας με το χέρι τα σκίνα που σχημάτιζαν ένα ακανθωτό πλέγμα στο μονοπάτι.
- Τι αργείς; ξανακούστηκε ανυπόμονη η φωνή.
- Έρχομαι, έρχομαι… είπε εκείνη απολογητικά και τάχυνε, κάπως, το βήμα της.
Το αγόρι ήταν σκυμμένο πάνω απ'τα νερά, αρπαγμένο από κάτι βούρλα με το κορμί του τεντωμένο τοξωτά πάνω απ'την όχθη. Η γυναίκα είδε την πλάτη του αγοριού να γυαλίζει γυμνή κάτω απ'τον ήλιο και για λίγο αφέθηκε σ'έναν μητρικό θαυμασμό. Η ραχοκοκαλιά του μικρού άνοιγε προς τα πάνω σε δύο δυνατές ωμοπλάτες, που της έδωσαν, έτσι τυφλωμένη που ήταν απ'τον ήλιο του απομεσήμερου, την εντύπωση δυο κοκάλινων φτερών.
- Να‘μαι! είπε, λες και θα'παιρνε βραβείο για την παρουσία της.
- Θαλάσσιος κρίνος! Τόσο σπάνιος, μαμά…
Το αγόρι μ'ένα πηδηματάκι έφτασε δίπλα της κι έψαξε με το βλέμμα την όχθη αναζητώντας ένα κλαδί. Την άρπαξε από το χέρι και την έσυρε στα σύριζα του νερού.
- Ανθίζει μόνο τον Αύγουστο, μύρισε να δεις πόσο ευωδιάζει…, είπε το αγόρι κουνώντας απαλά με το κλαδί το φυτό, που αναπαυόταν αυτοκρατορικά σ'εκείνο το σημείο του ποταμού, όπου τα νερά έμεναν στάσιμα.
- Ξέρεις τόσα πολλά! είπε με φωνή επιβράβευσης, ενώ μέσα της ένιωσε ένα τσίμπημα ενοχής.
- Θα φέρω αύριο την Canon να το φωτογραφίσω. Δεν το έχω ξαναδεί στα μέρη μας, επέμεινε ο μικρός.
Η έξαψη έκανε τους λοβούς των αυτιών του να κοκκινίζουν. Τα μαλλιά του ήταν πυκνά και μπερδεμένα, σαν να μην είχαν ποτέ χτενιστεί. Εκείνη άπλωσε το χέρι και πέρασε τα δάκτυλά της μέσα απ'τις τούφες του σε μια κίνηση – καθυστερημένης – στοργής.
Μέσα της ένιωθε σαν να χρωστούσε στο παιδί κάτι που ποτέ δεν θα μπορούσε να ξεχρεώσει. Το παιδί δεν αντέδρασε, απορροφημένο ακόμη απ'την ανακάλυψή του.Σήκωσε το χέρι της και σκούπισε το μέτωπό της με την ανάστροφη της παλάμης. Ήθελε να φύγουν, αλλά δεν τολμούσε να το προτείνει. Δε φορούσε καπέλο κι ο ήλιος που έπεφτε κατακόρυφα της έφερνε ζαλάδα. Νοστάλγησε τη δροσιά του δωματίου της. Το παιδί την κοίταξε καχύποπτα.
- Βαριέσαι; ρώτησε.
- Καθόλου, είπε εκείνη. Είμαι όλη αυτιά!
Ο γιος της ανακάτεψε με το χέρι το νερό και σήκωσε στον αέρα μια γλιτσιασμένη πρασινάδα.
- Λέμνα! είπε με ενθουσιασμό. Πλέουν στην επιφάνεια χωρίς να‘ναι ριζωμένα πουθενά…
Εκείνη ένιωσε και πάλι δυσάρεστα, λες κι όλη αυτή η γνώση του παιδιού ν'αποδείκνυε τη μητρική της αμέλεια. Πότε είχε μάθει τόσα καινούργια πράγματα; Τις ώρες, ίσως, που εκείνη ήταν απασχολημένη με τον εαυτό της. Αισθάνθηκε τις μασχάλες της να αναβλύζουν ένα νέο κύμα ενοχής.
- Δε φεύγουμε; είπε τελικά. Δεν είμαι κατάλληλα ντυμένη για εξερευνήσεις.
Το αγόρι υπάκουσε. Περπάτησαν μέχρι το ύψος μιας μικρής τσιμεντένιας γέφυρας και μετά σκαρφάλωσαν το ανάχωμα – αυτή, με δυσκολία - για να βγουν στον χωματένιο δρόμο. Το αγόρι την αγκάλιασε από πίσω παιγνιδιάρικα.
- Το ξέρεις πως σ’ αγαπώ… της είπε ξαφνικά, πιέζοντάς την ταυτόχρονα ανάμεσα στα χέρια του.
Είχαν φτάσει στο σπίτι. Η σιδερένια πόρτα του κήπου, που ήταν στεφανωμένη με μια μπουκαμβίλια στο χρώμα του ροδιού, γκρίνιαξε σκουριασμένη καθώς μπαίνανε. Το αγόρι χώθηκε στην κουζίνα που ήταν στο ισόγειο και βγήκε λίγα λεπτά αργότερα μπουκωμένο. Η Ρένα άρχισε να σερβίρει λεμονάδα στα μακριά ποτήρια από μια κανάτα που υπήρχε στο τραπέζι.
- Πιείτε, πιείτε… τους προέτρεψε. Είναι φρεσκοστυμμένη…
- Στα 5' καταστρέφεται η βιταμίνη C, πετάχτηκε ο μικρός και η Ρένα φούντωσε:
- Έλα βρε συ, όλα τα ξέρεις πια!
Ο Άρης έτρωγε με βουλιμία, ενώ πάλευε, ταυτόχρονα, να ρυθμίσει σωστά την παλιά Canon, πάνω στο τραπέζι, διαβάζοντας μουρμουριστά τις οδηγίες. Η Νίνα τον κοίταξε με στοργή. Αυτό το παιδί απ'τα γεννοφάσκια του έδειχνε απίστευτο ζήλο για οποιαδήποτε γνώση… Θυμήθηκε πως ο Άρης μιλούσε σαν μεγάλος από πολύ μικρός.
Θυμάται πως είχε ταραχθεί με την ωριμότητα των λέξεων που δεν είχε τίποτα απ'την ομιλία ενός παιδιού B' Δημοτικού.Τον είχε κοιτάξει, τότε, καλά–καλά, λες κι είχε νιώσει έναν τρεμουλιαστό φόβο. Λες και της είχε ξαφνικά μιλήσει μια κούκλα. Από τότε ήταν, σχεδόν, αδύνατον να κορεστεί η όρεξή του για μάθηση. Η Νίνα είχε αρχίσει από νωρίς να του διαβάζει βιβλία για μεγαλύτερα παιδιά. Ο Νίκος είχε ξετρελαθεί με την εικόνα του γιου του και τον είχε απαθανατίσει με τη φωτογραφική μηχανή. Η φωτογραφία υπήρχε ακόμη σε εκείνο το άλμπουμ που ο Νίκος γέμιζε με ευλάβεια. Από κάτω ο Νίκος είχε γράψει:
"Ο Άρης γράφει το πρώτο του ποίημα", "Ο Άρης φτιάχνει την πρώτη του κατασκευή – προσομοίωση του διαστήματος".
Πίσω στον χρόνοΤότε, ακόμη, μένανε στην πρωτεύουσα. Ο Νίκος έπαιρνε την ειδικότητά του κι έλειπε διαρκώς. Η Νίνα περνούσε ατέλειωτες ώρες με το παιδί, προσπαθώντας να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις του, απαντώντας, διαρκώς, σε ερωτήσεις (Πως; Τι; Γιατί;). Η ίδια δε δούλευε κι είχε επωμιστεί εξολοκλήρου το βάρος της ανατροφής του μικρού. Η Νίνα ντρεπόταν να ομολογήσει πως με το που ξυπνούσε ο Άρης, άρχιζε για την ίδια μια μαρτυρική μέρα. Ο Άρης αρνιόταν ν'αποδεχτεί την πειθαρχία, αρνιόταν να συμβιβαστεί με τη ρουτίνα που προσπαθούσε να του επιβάλλει. Ήταν απαιτητικός και κακομαθημένος. Απαιτούσε να του αφιερώνει κάθε λεπτό της ημέρας της. Με το που ξυπνούσε, άρχιζε ο Γολγοθάς.
Εκείνη την εποχή, ο Άρης είχε επικεντρώσει τα ενδιαφέροντά του στους άλλους πλανήτες. Αυτό είχε γίνει, μάλλον, τυχαία, καθώς στο σπίτι είχε βρεθεί ένα βίντεο του BBC για τη ζωή στο διάστημα, που βρισκόταν στο πακέτο προσφοράς μιας εφημερίδας. Έτσι άρχισε μια περίοδος ενασχόλησης με το διάστημα. Ο Άρης έπεσε με τα μούτρα στη μελέτη. Με το που ξυπνούσε και πριν καν πιει το γάλα του, έβαζε στο βίντεο ντοκιμαντέρ που αναφέρονταν σε πλανήτες, μετεωρίτες… Η Νίνα προσπαθούσε ν'ανιχνεύσει κατά πόσο όλες αυτές οι πληροφορίες γινόταν κατανοητές απ'το παιδί. Μ'έκπληξη διαπίστωσε πως ο Άρης αντιλαμβανόταν έννοιες δυσνόητες. Κι ενώ αυτή του η επιστημονική του δίψα, αρχικά, της είχε φανεί διασκεδαστική, σιγά–σιγά άρχισε να την προβληματίζει, καθώς σταδιακά άρχισε να λαμβάνει διαστάσεις μανίας.
Ο Άρης έβλεπε με τις ώρες τα βίντεο, ξανά και ξανά, σε σημείο που έμαθε απέξω ακόμη και τα σχόλια των αφηγητών. Την ώρα που παρακολουθούσε τις ταινίες, απαιτούσε την παρουσία της δίπλα του, προκειμένου να μοιραστούν την έξαψη της γνώσης του. Αν η Νίνα αρνιόταν να του κάνει το χατίρι, αυτό πυροδοτούσε απίστευτες εκρήξεις θυμού. Προκειμένου να εξασφαλίσει τη γαλήνη της, η Νίνα άρχισε να υποτάσσεται σε κάθε είδους καπρίτσιο.
Μετά απ'την πολύωρη παρακολούθηση των βίντεο, την έσερνε στα γειτονικά βιβλιοπωλεία. Οι βιβλιοπώλες κάνανε χάζι με τον μικρό που περπατούσε στους διαδρόμους των βιβλιοπωλείων, χώνοντας που και που τη μύτη του σε σελίδες με μια σοβαρότητα τόσο ασύμβατη με την ηλικία του που προκαλούσε το γέλιο σ'όλους. Η Νίνα δε γελούσε. Η Νίνα ανησυχούσε. Είχε, από χρόνια, αντιληφθεί πως το παιδί της ήταν διαφορετικό, ωστόσο ένα αίσθημα προσωπικής συστολής την εμπόδιζε να παραδεχτεί την ιδιαιτερότητα του Άρη. Έλεγε στον εαυτό της πως κάθε μάνα νομίζει πως το παιδί της είναι πανέξυπνο, όπως κάθε μάνα νομίζει πως το παιδί της είναι πανέμορφο. Όταν ο Νίκος επίμονα της ζητούσε να επισκεφτούν κάποιον ειδικό, εκείνη αντιδρούσε:
- Να του πούμε τι; Πως το παιδί μας είναι ένα παιδί–θαύμα; Θα μας περάσουν για ψώνια. Στο κάτω–κάτω, ο Άρης δε διαβάζει κι ανώτερα μαθηματικά. Απλώς, έχει περισσότερα ενδιαφέροντα από το μέσο όρο.Η Νίνα, τότε, είχε θορυβηθεί. Έφταιγε η ίδια. Η ίδια έφταιγε που το παιδί δεν είχε μάθει από νωρίς να τρέχει ανέμελο. Να κάνει κούνια. Να παίζει με συνομήλικα παιδάκια. Η ίδια του είχε στερήσει την κοινωνικότητα και τη χαρά. Η ίδια δεν είχε βρει την ισορροπία ανάμεσα στη γνώση και το παιγνίδι. Η ίδια του είχε χώσει τα βιβλία στα χέρια, γιατί η ίδια βαριόταν τις κοινωνικές συναναστροφές. Βαριόταν τη πολυκοσμία. Κουραζόταν απ'την προσπάθεια που απαιτούν οι ανθρώπινες σχέσεις για ν'ανθίσουν.
Απ'την άλλη, ο Άρης δεν έδειχνε κανένα ζήλο στο σχολείο. Σύμφωνα με τον δάσκαλό του, ο μικρός απέφευγε να κάνει φιλίες. Απέφευγε να συμμετάσχει στο μάθημα. Απέφευγε να παίξει στο διάλειμμα. Κατανάλωνε τις τέσσερις ώρες του μαθήματος στο να σχεδιάζει πλανήτες.
Ο δάσκαλος, αλλά κι ο διευθυντής του σχολείου τους είχαν καλέσει και τους είχαν πει πως έπρεπε να εξετασθεί η περίπτωση του παιδιού. Τους συνέστησε να καταφύγουν σε αναπτυξιολόγο και σε παιδοψυχίατρο.
- Μα θα πάμε το παιδί σε παιδοψυχίατρο, επειδή, απλώς, είναι πιο έξυπνο απ'τον μέσο όρο; είχε αντιδράσει ο Νίκος.
- Κύριε μου, είστε γιατρός! Δεν μπορεί να μην αναγνωρίζετε κι εσείς πως το παιδί παρουσιάζει μια… απόκλιση στη συμπεριφορά απ'τα υπόλοιπα παιδιά. Δεν είμαι εξοικειωμένη με τέτοιου είδους παιδιά, θα πρέπει να συμβουλευτείτε κάποιον ειδικό. Δεν ξέρω, ίσως πρέπει να γίνουν κάποια τεστ. Μπορώ να σας υποδείξω διάφορα κέντρα που θα ήταν κατάλληλα για μια τέτοια διερεύνηση.
Είχαν πάρει τον Άρη μουδιασμένοι απ'το σχολείο του κι είχαν (για ακόμη μία φορά) ενδώσει στην επιθυμία του να πάνε στο Πλανητάριο για να δουν (για δέκατη φορά) εκείνο το τρισδιάστατο φιλμ για τον ήλιο και την γέννηση του ηλιακού συστήματος. Φορώντας τα τρισδιάστατα γυαλιά της προβολής, η Νίνα είχε νιώσει ζαλισμένη και πιεσμένη απ'τα γεγονότα. Ένοχη για την απομόνωση που είχε επιβάλλει στον Άρη. Θυμωμένη με τον Νίκο. Θυμωμένη με την Αθήνα. Εξοργισμένη με την ανίκανη νηπιαγωγό.
Ένιωθε μπερδεμένη κι αδύναμη να χειριστεί το ίδιο το παιδί της! Ήθελε να'χει για παιδί ένα συνηθισμένο, ένα παιδάκι που θα της ζητούσε να πάνε να δουν ταινίες με κινούμενα σχέδια. Ένα παιδάκι που θα χαμογελούσε χαζά και ανέμελα. Ένα παιδί που θα την έσερνε στις παιδικές χαρές και που θα γκρίνιαζε για να του αγοράσει αυτοκινητάκια και πλαστικές μπουλντόζες. Δεν άντεχε άλλο! Δεν άντεχε να περνάει τις μέρες της ακούγοντας τη μονότονη φωνή των εκφωνητών των επιστημονικών βίντεο. Δεν άντεχε τις επιθέσεις του Άρη, όταν εκείνη αδυνατούσε να του απαντήσει σε πολλά ερωτήματα. Δεν άντεχε τις μικρομεγαλίστικες συζητήσεις του Άρη, το πομπώδες του ύφος που την έφερνε σε αμηχανία. Δεν άντεχε τον Νίκο που καμάρωνε, που βιντεοσκοπούσε τον Άρη σε κάθε δραστηριότητα, σαν να εκπαίδευε άλογο κούρσας. Δεν άντεχε που δεν είχε μια φίλη να μοιραστεί την ανησυχία της.
Τα μεσάνυχτα της ίδιας μέρας κι ενώ είχαν εξαντληθεί απ'την προσπάθεια να πείσουν τον Άρη να πάει για ύπνο, ο Νίκος την πλησίασε αποφασισμένος να κάνουν μια «ώριμη συζήτηση».
Κάθισαν ο ένας απέναντι στον άλλο, στο μικρό τραπεζάκι της κουζίνας.
Διαβάστε τη συνέχεια στην επόμενη σελίδα- Νίνα, πρέπει κάτι να κάνουμε. Το ξέρουμε και οι δυο πως οι δυνατότητες του παιδιού μας είναι απίστευτες. Μέχρι τώρα ήταν μικρούλης, ήμουν κι εγώ χωμένος στα σκατά του νοσοκομείου, δεν είχα χρόνο. Αλλά τώρα το παιδί μεγάλωσε. Τέλειωσα κι εγώ με την εκκρεμότητα της ειδικότητας. Οπότε, ώσπου ν'αποφασίσω πού και πώς θα συνεχίσω, σου δηλώνω πως θ'ασχοληθώ αποκλειστικά με το παιδί.
- Τι εννοείς θα ασχοληθείς αποκλειστικά με το παιδί; ρώτησε μαγκωμένα η Νίνα.
- Ε, να… Θέλω να πω πως θα κάνω ό,τι περνάει από το χέρι μου για να το βοηθήσω. Θα το τρέξω παντού, θα ψάξω όλα τα κέντρα για τέτοια παιδιά, θα εξαντλήσω στο μάξιμουμ τις δυνατότητές του. Στην Αθήνα είμαστε, υπάρχουν τα πάντα, θα βοηθήσω το παιδί να βρει το δρόμο του.
- Μα λέγαμε, πως μετά την ειδικότητα θα γυρίζαμε πίσω στην πόλη μας. Πως θα άνοιγες ιατρείο εκεί.
- Τότε τα πράγματα ήταν αλλιώς. Δεν υπήρχε ο Άρης… Δεν ήξερα πως θα αποκτήσουμε ένα τέτοιο παιδί. Δεν είναι κακό να είμαστε ευέλικτοι, ίσα–ίσα! Δεν μπορούμε να περιοριστούμε πια στην επαρχία. Όχι με τέτοιο παιδί. Δε βλέπεις πως είναι απαραίτητο για την εξέλιξη του παιδιού;
- Ποια εξέλιξη;! Εγώ είμαι δυστυχισμένη εδώ! Κι ο Άρης είναι ένα δυστυχισμένο παιδί που δεν ξέρει καν να χτυπήσει μια μπάλα ποδοσφαίρου με τα πόδια του. Δεν ξέρει καν πώς να φερθεί σε άλλα παιδιά.
- Αυτό το αποτέλεσμα είναι δική σου ευθύνη, Νίνα. Είσαι η μάνα του. Όφειλες να του είχες τονώσει την κοινωνικότητά του. Όφειλες να είχες και η ίδια προσπαθήσει να αναπτύξεις κάποιου είδους σχέση με άλλους ανθρώπους. Τόσα χρόνια εδώ και δεν έχεις κάνει ούτε μια φίλη! Είσαι η ίδια αντικοινωνική κι εγκλώβισες το παιδί στη δική σου αντικοινωνικότητα. Αλλά τώρα τα πράγματα θα αλλάξουν. Θα αναλάβω εγώ το παιδί.
- Τόσα χρόνια απουσιάζεις και τώρα θυμήθηκες να αναλάβεις το παιδί. Που ήσουν όλον αυτόν τον καιρό; Έλειπες και όταν γυρνούσες, έπεφτες και κοιμόσουν.
Ο Νίκος την είχε κοιτάξει έκπληκτος, σαν να τον είχε ξαφνικά κλωτσήσει. Μετά ανασηκώθηκε όρθιος και άρχισε να φωνάζει:
- Δηλαδή φταίω που δούλευα μερόνυχτα; Φταίω που η δουλειά μου απαιτούσε όλη μου την ενέργεια; Τι έπρεπε να κάνω; Να παρατήσω την ειδικότητα για να σου κάνω παρέα; Σύνελθε, Νίνα. Πάψε να φέρεσαι σαν κολλημένη. Ο κόσμος προχωράει προς τα μπρος. Το αναγνωρίζω πέρασες δύσκολα. Ήσουν μικρομάνα, μόνη ουσιαστικά σε μια άγνωστη πόλη. Εντάξει, στο αναγνωρίζω. Θα μπορούσες, βέβαια, να είχες κάνει μια μεγαλύτερη προσπάθεια να προσαρμοστείς. Οι άνθρωποι κατεβαίνουν από τα βουνά και κατακτούν όλον τον κόσμο! Κι εσύ φέρεσαι σαν άνθρωπος των σπηλαίων! Και θες να γυρίσουμε πίσω στην επαρχία. Για ποιο λόγο να το κάνουμε αυτό;
- Έτσι δε λέγαμε; επέμεινε εκείνη.
- Ok, έτσι λέγαμε. Αλλά τώρα υπάρχει ο Άρης. Δεν γίνεται να θάψουμε το παιδί εκεί. Χρειάζεται ερεθίσματα για να προχωρήσει.
- Να προχωρήσει; Να πάει που;
- Να πάει εκεί που το μυαλό του τον οδηγεί! Μα δεν το βλέπεις; Αν δεν διοχετευτεί αυτό το μυαλό, θα εκραγεί. Είσαι τυφλή; Γιατί γίνεσαι στενόμυαλη; Μπορεί να έχουμε στα χέρια μας ένα νέο Αϊνστάιν. Που το ξέρεις σε τι θα εξελιχθεί αν τον καθοδηγήσουμε στη σωστή κατεύθυνση;
- Είσαι μεγαλομανής, Νίκο. Το παιδί μας μπορεί να είναι ιδιαίτερο, μπορεί να είσαι ξεχωριστό, αλλά είναι παιδί ακόμη. Θα πάρει μόνο του το δρόμο μου, όπου κι αν βρίσκεται, όταν μεγαλώσει. Πρέπει να του εξασφαλίσουμε μια φυσιολογική ζωή.
- Να προσαρμοστείς, Νίνα. Είναι η μικρότερη θυσία που μπορείς να κάνεις για χάρη του παιδιού σου. Σιγά τη θυσία! Να μείνεις στην Αθήνα! Βάλε τον εαυτό σου κάτω από το παιδί επιτέλους. Θα σταματήσεις τη δυναμική που έχει το παιδί, για να τον κάνεις Μόγλη; Για να τον χώσεις στα χορταράκια και στα λουλουδάκια; Τόσα παιδιά πως μεγαλώνουν στην Αθήνα; Πως ζουν στο διαμέρισμα; Βρίσκουν λύσεις οι μάνες! Τόσα πάρκα, τόσα βουνά τριγύρω, Πάρνηθα, Πεντέλη, ό,τι θες… Όρεξη να’χεις να τρέχεις… Δίπλα είναι όλα. Δεν θα τον βλάψει η πόλη. Θα τον βλάψει, όμως, να γυρίσει σε έναν τόπο που δεν έχει τα ερεθίσματα που χρειάζεται.- Εντάξει, να μείνουμε. Αλλά με ποιον σκοπό; είπε μαλακωμένη.
- Θα τον πάμε στα καλύτερα σχολεία. Θα τον πάμε όπου πρέπει. Στους ειδικούς, να κάνουν ό,τι πρέπει να κάνουν.
Η Νίνα είχε, στο τέλος, παραιτηθεί από την προσπάθεια να τον πείσει. Εκείνο το βράδυ, συνειδητοποίησε το προφανές: κάπου στην πορεία του γάμου τους, η οπτική τους στα πράγματα είχε πάψει να'ναι ίδια. Δεν ήξερε αν το θέμα του Άρη ήταν η αφορμή ή η αιτία, αλλά πλέον ο γάμος τους κλυδωνιζόταν. Επικίνδυνα.
Οι επόμενοι μήνες πέρασαν δύσκολα. Ο Νίκος πήγε το παιδί σε Αναπτυξιολόγο, η οποία αφού το εξέτασε προσεκτικά κι αφού εξέτασε τους ίδιους σε μια πολύωρη συνέντευξη, αφού υπέβαλλε τον Άρη σε πολλαπλά τεστ, είπε:
- Όντως το παιδί σας είναι ιδιαίτερο. Μου'κανε εντύπωση το είδος των ενδιαφερόντων του, η παρατηρητικότητα του κι αυτή η πρόωρη κι «άπληστη» – αν μου επιτρέπετε τον όρο – αναγνωστική του ικανότητα. Στα τεστ τα πήγε εξαιρετικά καλά, είναι, όμως, πολύ μικρός για να τα θεωρήσουμε αξιόπιστα. Ασφαλής μέτρηση του δείκτη νοημοσύνης γίνεται από την ηλικία των επτά και μετά.
- Και τι κάνουμε ως τότε; ρώτησε ο Νίκος.
- Στηρίζουμε το παιδί. Υπάρχει μια ασύγχρονη ανάπτυξη νόησης και συναισθήματος. Κι εδώ ελλοχεύουν κίνδυνοι. Μπορεί να δημιουργηθούν προβλήματα στο παιδί - αν δεν έχουν ήδη δημιουργηθεί. Διέκρινα στον γιο σας μια ισχυρογνωμοσύνη που αγγίζει την αυταρχικότητα, μια αποδιοργανωμένη συμπεριφορά και … καταθλιπτικές τάσεις. Μην τρομάζετε… Όλα αυτά είναι αναμενόμενα. Όπως κι η συμπεριφορά του στο σχολείο. Δυστυχώς στην Ελλάδα δεν μπορούν να ακολουθηθούν τα μοντέλα του εξωτερικού. Η τοποθέτηση του παιδιού σε μεγαλύτερη τάξη απαγορεύεται από το νόμο. Έγκειται, τελικώς, στην καλή βούληση του εκάστοτε εκπαιδευτικού ο τρόπος χειρισμού του παιδιού σας.
- Μα δεν υπάρχει μέριμνα για τα χαρισματικά παιδιά; είπε ο Νίκος.
- Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί με τους ορισμούς περί χαρισματικότητας. Σύμφωνα μ'έναν απ'τους ορισμούς για να μιλήσουμε για χαρισματικότητα, πρέπει να συνυπάρχουν, εκτός απ'τις ικανότητες άνω του μέσου όρου, υψηλό επίπεδο αφοσίωσης στην εργασία κι υψηλό επίπεδο δημιουργικότητας.
- Μα ο Άρης συγκεντρώνει και τα τρία στοιχεία!
- Συνάδελφε, συμμερίζομαι την αγωνία σας. Σας εκθέτω όμως, όσο πιο επιστημονικά μπορώ και την κατάσταση. Δεν αμφιβάλλω πως το παιδί σας είναι προικισμένο. Θα είμαστε εδώ και θα σας στηρίζουμε. Ωστόσο, δεν είναι πολλά αυτά που μπορούμε – στην πράξη- να κάνουμε, τουλάχιστον, για την εκπαίδευσή του.
Η ζωή τους άρχισε να γίνεται όλο και πιο πολύπλοκη. Ο Άρης αρνιόταν να πάει σχολείο. Υπήρχαν πρωινά που τον έντυναν με το ζόρι, μέσα σε τρομακτικές κρίσεις θυμού του παιδιού που κατέληγαν σε συζυγικούς καυγάδες. Ο Νίκος επέκρινε τη Νίνα για δήθεν αδιαφορία και για αδυναμία χειρισμού της κατάστασης. Και κάποια μέρα την κατηγόρησε ανοιχτά πως σαμποτάριζε το ίδιο το παιδί τους. Εκείνη, πάλι, θεωρούσε πως οι εμμονές του Νίκου για τη… διοχέτευση του παιδιού έβλαπταν τον Άρη ανεπανόρθωτα. Θεωρούσε πως η λύση ήταν πολύ πιο απλή. Πως έπρεπε, απλώς, να παρατήσουν την Αθήνα, να γυρίσουν πίσω στην πατρίδα και να αφήσουν το παιδί στην ησυχία του.
Εν τω μεταξύ ο Άρης συνέχιζε να επιστρέφει από το σχολείο θλιμμένος. Κλεινόταν στο δωμάτιο του και διάβαζε με τις ώρες τα βιβλία του. Ο Νίκος δούλευε στο ιατρείο – που είχε, στο μεταξύ, ανοίξει στο κέντρο της Αθήνας – και τα Σαββατοκύριακα ασχολιόταν με την εκπαίδευση του Άρη. Μουσεία, συναυλίες, θεατρικά, επιδρομές σε βιβλιοπωλεία, ατέλειωτες κατασκευές με βίδες και τουβλάκια. Ατελείωτες ώρες μπροστά στο βίντεο όπου πατέρας και γιος παρακολουθούσαν ιατρικά θέματα!
Ένα πρωί η Νίνα ξέσπασε:
- Νίκο, δεν βλέπεις τι κάνουμε στο παιδί; Το καταστρέφουμε!
- Τι εννοείς, Νίνα; Τι θα έπρεπε να κάνουμε κατά τη γνώμη σου; Να του κάνουμε λοβοτομή για να γίνει πιο συμβατός με το μέσο όρο;
- Δεν ξέρω πια, τα έχω χαμένα. Δεν γίνεται όμως να συνεχιστεί η ίδια κατάσταση. Πλέον το παιδί δεν κοιμάται. Ούτε ξεκουράζεται. Προχθές, μου ανέφερε – σαν ρομπότ – την ώρα του μεσημεριανού, τις αιτίες της… οστεοπόρωσης! Τι πας και κάνεις;! Του μαθαίνεις Ιατρική;
- Εγώ φταίω που με ρωτάει; Εγώ φταίω που είναι σαν σφουγγάρι;
- Ναι, εσύ φταις! Σου'χα ζητήσει να φύγουμε! Να δώσουμε μια φυσιολογική ζωή στο παιδί μας κι εσύ θες να το μετατρέψεις σε φώκια που κάνει ακροβατικά! Σε ατραξιόν τσίρκου! Ποιο είναι το επόμενο βήμα; Να τον πας σε τηλεπαιχνίδια γνώσεων;
- Τουλάχιστον εγώ κάτι κάνω! Εσύ τι κάνεις; Καπνίζεις όλη μέρα και στα διαλείμματα του καπνίσματος ρίχνεις ένα πιάτο φαΐ μπροστά στο παιδί! Α, ναι, ξέχασα! Γράφεις κι ένα μυθιστόρημα… Χα, χα… Αμάν με αυτό το μυθιστόρημα! Βαρέθηκα να ακούω γι’ αυτό το μυθιστόρημα. Βαρέθηκα να ακούω για τα βουκολικά σου όνειρα. Βαρέθηκα να σε βλέπω να παριστάνεις την καταραμένη συγγραφέα που θέλει να πατάει ξυπόλητη στο χώμα και να αρμέγει κατσίκες. Το έχεις καταλάβει πως δεν δίνεις δεκάρα για το παιδί; Μήπως το ζηλεύεις;
- Είσαι παρανοϊκός και επικίνδυνος για το παιδί μου. Θα το πάρω και θα φύγουμε!
Διαβάστε το τέλος της ιστορίας στην επόμενη σελίδα Επιστροφή στο σήμερα- Μαμά, ενοχλώ;
- Ποτέ δε με ενοχλείς.
Τεντώθηκε στην καρέκλα της. Από το παράθυρο έμπαιναν τα κλαδιά της ιτιάς του κήπου. Φυσούσε. Η Νίνα ανακουφίστηκε. Δεν θα υπήρχαν κουνούπια σήμερα, δεν θα χρειαζόταν να ανάψει τις αντικουνουπικές δάδες και να σφαλίσει τις σήτες στα παράθυρα.
- Πως είναι, μαμά;
- Πως είναι τι;
- Πώς είναι να γράφεις βιβλία;
- Είναι βασανιστικό. Αλλά είναι και ωραίο. Σαν να φτιάχνεις με κόπο ένα γλυκό για να ταΐσεις πολλούς ανθρώπους.
- Ξέρεις, άρχισα και εγώ να γράφω κάτι. Μια ιστορία με πουλιά που υποτίθεται ότι πάσχουν από μια αρρώστια και πεθαίνουν. Και σιγά–σιγά, αυτή η αρρώστια εξαπλώνεται σ'άλλα πουλιά. Και μετά, η αρρώστια εξαπλώνεται και στους ανθρώπους, σαν να'ναι μια γρίπη. Οι άνθρωποι πεθαίνουν, τα πουλιά μεταναστεύουν και μεταφέρουν κι αλλού την αρρώστια κι έτσι η αρρώστια εξαπλώνεται σαν επιδημία…
- Πολύ ζοφερό σενάριο.
- Ναι, αλλά θα μπορούσε να συμβεί στα αλήθεια. Θα πάρω τηλέφωνο τον μπαμπά, να το συζητήσουμε. Είμαι σίγουρος πως θα μπορούσε να συμβεί στα αλήθεια.
Ο Άρης έτρεξε στο τηλέφωνο. Η Νίνα άκουσε τη φωνή του να λέει με λαχτάρα:
- Μπαμπά, άκου τι σκέφτηκα!
Η Νίνα ένιωσε πάλι να βουλιάζει σε εκείνη την πηχτή ενοχή. Πόσο καιρό είχε να δει ο Άρης τον πατέρα του; Σχεδόν ένα μήνα. Η απόσταση δεν επέτρεπε σε πατέρα και γιο συχνότερη επαφή. Βρισκόντουσαν μόνο τα καλοκαίρια, στις διακοπές των Χριστουγέννων και του Πάσχα. Η Νίνα έβγαλε ένα βαθύ αναστεναγμό. Ξανά η ενοχή. Πέντε χρόνια. Είχαν περάσει ήδη πέντε χρόνια από το διαζύγιο. Μέσα της ξαναβίωσε εκείνο τον πόνο των πρώτων μηνών. Τους καυγάδες τους, τις διαφωνίες, τα δικαστήρια για την επιμέλεια του Άρη. Οι δικαστές της είχαν δώσει την επιμέλεια του παιδιού, αλλά ο Νίκος πρόσβαλε ξανά και ξανά τις αποφάσεις.
Στην τελευταία ακρόαση για την επιμέλεια ο Νίκος της είχε πει:
- Θα ‘ρθει η στιγμή που θα πάρω τον γιο μου πίσω. Στα δώδεκα θα αποφασίσει μόνος του με ποιον και πού θέλει να ζει. Το λέει ο Νόμος!
Μία μικρή νυχτερίδα μπήκε από το παράθυρο κι άρχισε να χτυπάει στους τοίχους του δωματίου, τυφλή και τρομαγμένη. Η Νίνα ένιωσε πάλι ένα δυσάρεστο συναίσθημα, σαν να διάβαζε έναν δεύτερο κακό οιωνό. Όχι, δε θα μετάνιωνε για την επιλογή της. Έπρεπε έτσι να γίνουν τα πράγματα. Ο Άρης ήταν ευτυχισμένος εδώ. Είχε φίλους κι έπαιζε μπάλα στην πλατεία με τα παιδιά του χωριού. Είχε οργανώσει ακόμη κι ένα μίνι μουσείο Φυσικής Ιστορίας με τους δασκάλους του στο κτίριο του Δημαρχείου. Ο Άρης, επιτέλους, είχε αποκτήσει την ανεμελιά ενός παιδιού. Ακόμη και το κορμί του είχε αλλάξει. Είχε γίνει γυμνασμένο και νευρώδες, ηλιοκαμένο, σχεδόν, ακτινοβολούσε από υγεία! Άραγε ο Νίκος παραδεχόταν το πόσο σοφή ήταν η επιλογή της;
Η Νίνα θα'θελε να μπορούσε να του τηλεφωνήσει και να του πει πως ο Άρης συνέχιζε να'ναι το ξεχωριστό παιδί που ήταν πάντοτε. Με τα ίδια ξεχωριστά ενδιαφέροντα, με τον ίδιο ζήλο στη μάθηση, με την ίδια δίψα για κάθε είδους γνώση. Όταν συναντιόντουσαν, πατέρας και γιος, τι να σκεφτόταν ο Νίκος; Διέκρινε άραγε πάνω στο παιδί τους τις θετικές αλλαγές ή τον δηλητηρίαζε η πικρία του; Δεν μπορεί… Θα έβλεπε το πόσο καλό είχε κάνει στο παιδί η επαρχία. Ξανά η ενοχή: Το διαζύγιο; Πόσο είχε βλάψει το παιδί της το δικό τους διαζύγιο;
Ενδεχομένως να μην το μάθαινε ποτέ. Όπως ποτέ δε θα μάθαινε πόσο πολύ έλειπε στο γιο της ο πατέρας του. Ξαφνικά η Νίνα ένιωσε αβάσταχτο το βάρος των καταστάσεων. Πόσο περίπλοκα ήταν όλα… Κούνησε το κεφάλι της για να ξεκαθαρίσει τις σκέψεις της. Όχι. Είχε πράξει σωστά.
Ή ακόμη και αν δεν είχε πράξει σωστά, έπρεπε να πείσει τον εαυτό της πως είχε πράξει σωστά.
Ο Νίκος με τις εμμονές του και μαζί η ζωή στην Αθήνα θα είχαν καταστρέψει τον γιο τους. Μάνα ήταν. Το ένστικτό της δεν μπορεί παρά να ήταν σωστό. Απροσδόκητα θυμήθηκε μια φράση του Νίκου. Είχε ειπωθεί πάνω σε καυγά. Της είχε πει:
- Θα πάρεις ένα παιδί χρυσάφι και θα το μετατρέψεις σε κάρβουνο. Θα τον απομονώσεις στα κατσάβραχα, μακριά κι απ'τους γιατρούς που θα μπορούσαν να τον στηρίξουν στο να διαχειριστεί την ιδιαιτερότητά του.
Μήπως είχε βλάψει το παιδί με τις επιλογές της; Μήπως είχε βλάψει το γάμο της με τις επιλογές της; Μήπως βαυκαλιζόταν χρόνια με την πεποίθηση πως ό,τι έκανε το έκανε προς όφελος του παιδιού, ενώ στην πραγματικότητα εξυπηρετούσε δικές της ανάγκες; Ή δικές της ανεπάρκειες; Μήπως μετέτρεπε το «χρυσαφένιο» αγόρι της σε άνθρακα;
Άρχισε να αναπνέει βαριά. Κατέβηκε στην κουζίνα. Η Ρένα έβραζε ντομάτες για να τις κάνει ντοματοπολτό κι ο Άρης κολλούσε ετικέτες στα άδεια βαζάκια. Έγραφε με καλλιγραφικά γράμματα: «Χυμός Ντομάτας». Η εικόνα του την τάραξε. Τον φαντάστηκε να κολλάει ες αεί ετικέτες στα βάζα του ντοματοχυμού, ξανά και ξανά, για μέρες, χρόνια, αιώνες…
Η Νίνα ξερόβηξε για να καθαρίσει τις λέξεις της:
- Θέλω εδώ και καιρό να σε ρωτήσω. Σ’ αρέσει εδώ;
- Τι ερώτηση είναι αυτή; Με ρωτάς αν μ’ αρέσει το σπίτι μου;
- Σε ρωτάω αν σ’ αρέσει που ζούμε εδώ.
- Ωραία είναι. Υποφερτά… Με τα διαλείμματα των διακοπών στον μπαμπά, δεν προλαβαίνω να βαρεθώ.
- Δηλαδή, βαριέσαι εδώ;
- Δεν απαντώ! Θα παρεξηγηθείς.
- Ε, όχι και να παρεξηγηθώ! Έλα, πες… Πες μου την αλήθεια…
- Δεν θέλω να κρεμάσεις μούτρα.
- Σιγά που θα κρεμάσω μούτρα! Άρχισε να γελάει για να ελαφρύνει την ατμόσφαιρα.
- Ε, λοιπόν, ναι, βαριέμαι, της είπε σοβαρά. Εδώ που τα λέμε δε ζούμε και στη Νέα Υόρκη…
- Θα ήθελες να ζεις στην Νέα Υόρκη;!
- Όχι τώρα… Αλλά στο μέλλον… Θα'θελα να ζω από λίγο και παντού, είπε ονειροπόλα το αγόρι. "Υπάρχουν τόσα για να δεις στον κόσμο…" Μετά έπνιξε ένα χασμουρητό. "Νυστάζω, μαμά. Συνεχίζουμε αύριο τη συζήτηση." Της έσκασε ένα φιλί στο μάγουλο κι έφυγε για το υπνοδωμάτιο.
Έμεινε μόνη.
Άπλωσε τις παλάμες της στους ώμους της, σαν να έπαιρνε αγκαλιά τον εαυτό της. Μετά έβγαλε το κινητό της από την τσέπη. Σχημάτισε τον αριθμό που θυμόταν απέξω.
- Νίκο, δεν χρειάζονται δικαστήρια. Το παιδί πρέπει να είναι εκεί, μαζί σου. Θα σε πάρω αύριο για να συζητήσουμε τις λεπτομέρειες, είπε με μια ανάσα.
Έκλεισε το τηλέφωνο.
Μετά, έκλαψε σιγανά για ώρα.
Επιστημονική Επιμέλεια: Νένη Περβανίδου Επικ. Καθηγήτρια Αναπτυξιακής & Συμπεριφορικής Παιδιατρικής Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου ΑθηνώνΦώτο: Pinterest