Αυτό το άρθρο βασίζεται σε μια ευρεία έρευνα με παιδιά 8–12 ετών και αναδεικνύει κάτι που πολλοί υποψιάζονταν αλλά λίγοι είχαν επιβεβαιώσει: τα παιδιά δεν είναι κολλημένα στις οθόνες επειδή το θέλουν – αλλά επειδή δεν τους επιτρέπεται να είναι πουθενά αλλού. Στερημένα από την ελευθερία να παίξουν, να περιπλανηθούν και να ανακαλύψουν τον κόσμο με τους δικούς τους όρους, βρίσκουν καταφύγιο σε έναν ψηφιακό χώρο που δεν απαιτεί επίβλεψη. Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο The Atlantic, από τους Lenore Skenazy, Zach Rausch και Jonathan Haidt – τρεις συγγραφείς και ερευνητές που ασχολούνται εδώ και χρόνια με την παιδική ανεξαρτησία, την ψυχική υγεία των νέων και τις επιπτώσεις της ψηφιακής ζωής και ήδη έχει γίνει viral.
__
"Μια συνηθισμένη εξήγηση για το γιατί τα παιδιά περνούν τόσο πολύ από τον ελεύθερο χρόνο τους στις οθόνες λέει το εξής: τα smartphones και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τα εθίζουν. Τα παιδιά κοιτάζουν διαρκώς τις συσκευές τους και κοινωνικοποιούνται διαδικτυακά αντί δια ζώσης, επειδή η τεχνολογία τα έχει εκπαιδεύσει να το θέλουν αυτό.
Αλλά αυτή η εξήγηση παραλείπει ένα κρίσιμο κομμάτι της ιστορίας. Οι τρεις μας συνεργαστήκαμε με την εταιρεία Harris Poll για να κάνουμε μια έρευνα σε μια ομάδα Αμερικανών των οποίων οι απόψεις σπάνια καταγράφονται σε εθνικό επίπεδο: τα ίδια τα παιδιά. Όσα μας είπαν προσφέρουν μια ολοκληρωμένη εικόνα για το πώς αλλάζει η παιδική ηλικία στην Αμερική – και, το σημαντικότερο, πώς μπορούμε να τη βελτιώσουμε.
Τον Μάρτιο, η Harris Poll ερεύνησε περισσότερα από 500 παιδιά ηλικίας 8 έως 12 ετών από όλη τη χώρα, διαβεβαιώνοντάς τα ότι οι απαντήσεις τους θα παραμείνουν ανώνυμες. Τα αποτελέσματα δείχνουν ξεκάθαρα ότι η παιδική ηλικία σήμερα βασίζεται στις οθόνες. Η πλειοψηφία των παιδιών έχει smartphone, και περίπου οι μισοί από τους 10-12χρονους δήλωσαν ότι οι περισσότεροι ή και όλοι οι φίλοι τους χρησιμοποιούν μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Η ψηφιακή τεχνολογία έχει προσφέρει στα παιδιά πρόσβαση σε εικονικούς κόσμους, στους οποίους μπορούν να περιπλανώνται πολύ πιο ελεύθερα από ό,τι στον πραγματικό. Περίπου το 75% των παιδιών ηλικίας 9 έως 12 παίζει τακτικά το διαδικτυακό παιχνίδι Roblox, όπου μπορούν να αλληλεπιδρούν με φίλους αλλά και με αγνώστους. Ωστόσο, τα περισσότερα από τα παιδιά στην έρευνά μας δήλωσαν ότι δεν τους επιτρέπεται να κυκλοφορούν μόνα τους σε δημόσιους χώρους. Λιγότερα από τα μισά 8χρονα και 9χρονα έχουν περπατήσει ποτέ μόνα τους σε έναν διάδρομο σούπερ μάρκετ, και πάνω από το ένα τέταρτο δεν επιτρέπεται να παίξει χωρίς επίβλεψη ούτε καν στην μπροστινή αυλή του σπιτιού τους.
Κι όμως, ακριβώς αυτές τις ελευθερίες είναι που τα παιδιά μας είπαν ότι λαχταρούν. Τους ζητήσαμε να διαλέξουν πώς προτιμούν να περνούν χρόνο με φίλους: με ελεύθερο, αυθόρμητο παιχνίδι όπως το να παίζουν μπάσκετ ή να εξερευνούν τη γειτονιά τους· με οργανωμένες δραστηριότητες όπως Little League ή μπαλέτο· ή κοινωνικοποιούμενα διαδικτυακά. Υπήρχε ξεκάθαρος νικητής:
- 45% επέλεξαν το ελεύθερο παιχνίδι δια ζώσης
- 30% προτίμησαν τις οργανωμένες δραστηριότητες
- 25% προτίμησαν τη διαδικτυακή κοινωνικοποίηση
Τα παιδιά θέλουν να συναντιούνται με φίλους πρόσωπο με πρόσωπο, χωρίς οθόνες και χωρίς επίβλεψη. Αλλά επειδή τόσοι πολλοί γονείς περιορίζουν την ικανότητά τους να κοινωνικοποιούνται ελεύθερα στον πραγματικό κόσμο, τα παιδιά καταφεύγουν στο μοναδικό μέσο που τους επιτρέπει να "συναντιούνται" χωρίς να τα παρακολουθούν ενήλικες: τα κινητά τους.
Από τη δεκαετία του 1980, οι γονείς έχουν γίνει όλο και πιο φοβισμένοι ότι ο χρόνος χωρίς επίβλεψη θα εκθέσει τα παιδιά τους σε φυσικούς ή ψυχολογικούς κινδύνους. Σε μια άλλη πρόσφατη έρευνα της Harris Poll, ρωτήσαμε τους γονείς τι πιστεύουν ότι θα συνέβαινε αν δύο δεκάχρονα έπαιζαν μόνα τους σε ένα κοντινό πάρκο. Το 60% πίστευε ότι τα παιδιά μάλλον θα τραυματιστούν. Οι μισοί φοβούνταν ότι θα απαχθούν.
Αυτοί οι φόβοι δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Σύμφωνα με τον συγγραφέα Warwick Cairns (How to Live Dangerously), η απαγωγή παιδιών στις ΗΠΑ είναι τόσο σπάνια, που ένα παιδί θα έπρεπε να μείνει μόνο του έξω για κατά μέσο όρο 750.000 χρόνια πριν το απαγάγει κάποιος άγνωστος. Φυσικά, οι γονείς γνωρίζουν καλύτερα τη γειτονιά τους και πρέπει να την αξιολογούν προσεκτικά. Όμως η τάση να υπερεκτιμούν τον κίνδυνο έχει και αυτή το τίμημά της. Χωρίς ελευθερία στον πραγματικό κόσμο, τα παιδιά δεν έχουν την ευκαιρία να αναπτύξουν ικανότητες, αυτοπεποίθηση και δεξιότητες επίλυσης προβλημάτων. Στην πραγματικότητα, η ανεξαρτησία και το παιχνίδι χωρίς επίβλεψη συνδέονται με θετικά αποτελέσματα στην ψυχική υγεία.
Ωστόσο, οι γονείς σήμερα περνούν περισσότερο χρόνο επιβλέποντας τα παιδιά τους απ’ ό,τι τη δεκαετία του 1960, παρόλο που δουλεύουν περισσότερο και έχουν λιγότερα παιδιά. Σε όλα τα εισοδηματικά στρώματα, οι οικογένειες έχουν πειστεί ότι οι οργανωμένες δραστηριότητες είναι το "κλειδί" για την ασφάλεια και την επιτυχία των παιδιών. Έτσι, τα παιχνίδια της γειτονιάς αντικαταστάθηκαν από ταξίδια για αγώνες μπέιζμπολ. Οι τούμπες στο πάρκο έγιναν ανταγωνιστική ενόργανη. Τα παιδιά έχουν "δεθεί" στο πίσω κάθισμα της ζωής τους – τα πηγαίνουν, τα φέρνουν, και τα βοηθούν υπερβολικά. Καθώς η ανεξαρτησία τους συρρικνώθηκε, το άγχος και η κατάθλιψη αυξήθηκαν. Και δεν είναι μόνο τα παιδιά που υποφέρουν. Το 2023, ο Αμερικανός Γενικός Χειρουργός (Surgeon General) ανέφερε την υπερβολική φροντίδα ως έναν από τους λόγους που οι σημερινοί γονείς βιώνουν τόσο μεγάλο στρες.
Τα παιδιά πάντα θα έχουν περισσότερες ελεύθερες ώρες από όσες μπορούν να επιβλέψουν οι ενήλικες – ένα κενό που πλέον καλύπτουν οι συσκευές. Το παλιό "πήγαινε έξω" έχει σιωπηρά αντικατασταθεί από το "μπες στο ίντερνετ". Το διαδίκτυο είναι πλέον μια από τις λίγες διεξόδους από μια παιδική ηλικία γεμάτη άγχος, μοναξιά και περιορισμούς. Δεν κατηγορούμε τους γονείς γι’ αυτό. Οι κοινωνικοί κανόνες, οι κοινότητες, οι υποδομές και οι θεσμοί που κάποτε στήριζαν το ελεύθερο παιχνίδι έχουν διαλυθεί. Το να πεις σε ένα παιδί "βγες έξω" δεν λειτουργεί όταν δεν είναι έξω τα παιδιά των άλλων.
Γι’ αυτό χαιρόμαστε που σε όλη τη χώρα γίνονται προσπάθειες για την αναδόμηση της παιδικής ηλικίας, βασισμένης στην ελευθερία, την υπευθυνότητα και τη φιλία. Στην Πίντμοντ της Καλιφόρνια, ένα δίκτυο γονέων ξεκίνησε να αφήνει τα παιδιά τους κάθε Παρασκευή στο πάρκο για να παίξουν χωρίς επίβλεψη. Μερικές φορές τσακώνονται ή βαριούνται – και αυτό είναι καλό. Το να μάθουν να διαχειρίζονται τη βαρεμάρα και τις συγκρούσεις είναι βασικό κομμάτι της ανάπτυξης. Αλλού, εκκλησίες, βιβλιοθήκες και σχολεία δημιουργούν "λέσχες παιχνιδιού" χωρίς οθόνες. Για να βοηθήσει στη μετάβαση, το Outside Play Lab του Πανεπιστημίου της Βρετανικής Κολομβίας δημιούργησε ένα δωρεάν διαδικτυακό εργαλείο που βοηθά τους γονείς να βρουν τρόπους να δώσουν στα παιδιά περισσότερο χρόνο έξω – και να καταλάβουν γιατί πρέπει.
Περισσότερα από χίλια σχολεία στις ΗΠΑ εφαρμόζουν ένα δωρεάν πρόγραμμα του οργανισμού Let Grow (τον οποίο συνέβαλαν στη δημιουργία οι δύο από εμάς, η Lenore και ο Jon), που ενισχύει την ανεξαρτησία των παιδιών. Οι μαθητές κάθε μήνα λαμβάνουν μια εργασία για το σπίτι: να κάνουν κάτι καινούργιο μόνοι τους – με την άδεια αλλά χωρίς τη βοήθεια των γονιών. Κάποια πηγαίνουν για ψώνια, ανεβαίνουν σε δέντρα, μαγειρεύουν, ή επιτέλους μαθαίνουν να δένουν τα κορδόνια τους. Να πώς περιέγραψε το έργο της μια μαθήτρια τετάρτης δημοτικού με νοητική αναπηρία:
Αυτό είναι το πρώτο μου πρότζεκτ let it grow. Πήγα για ψώνια μόνη μου. Τα κατάφερα καλά αλλά το ταμείο ήταν λίγο δύσκολο. Ήταν διασκεδαστικό. Έμαθα ότι είμαι γενναία και μπορώ να πάω για ψώνια μόνη μου. Αγάπησα το πρότζεκτ μου.
Και άλλες ελπιδοφόρες πρωτοβουλίες αναδύονται. Το Balance Project του Νιου Τζέρσεϊ βοηθά 50 κοινότητες να μειώσουν τον χρόνο μπροστά στις οθόνες και να επαναφέρουν το ελεύθερο παιχνίδι. Το Νιούμπεριπορτ της Μασαχουσέτης φέτος το καλοκαίρι δίνει βραβεία κάθε εβδομάδα σε παιδιά που δοκιμάζουν κάτι καινούργιο μόνα τους. Οι Πρόσκοποι – πλέον μετονομασμένοι σε Scouting America και ανοιχτοί σε όλα τα παιδιά – γνωρίζουν ξανά αύξηση μελών.
Αυτό που βλέπουμε στα δεδομένα και στις ιστορίες που μας στέλνουν οι γονείς είναι απλό και συγκινητικό: Τα παιδιά που μεγαλώνουν με οθόνες ποθούν την αληθινή ελευθερία. Είναι σαν να νιώθουν νοσταλγία για έναν κόσμο που ποτέ δεν γνώρισαν.
Το να τους δώσουμε αυτή την ελευθερία μπορεί αρχικά να είναι δύσκολο για τους γονείς. Αλλά αν θέλουμε τα παιδιά να αφήσουν τα κινητά τους, πρέπει να τους ανοίξουμε την πόρτα. Σχεδόν τα τρία τέταρτα των παιδιών στην έρευνά μας συμφώνησαν με τη φράση:
"Θα περνούσα λιγότερο χρόνο στο διαδίκτυο αν είχα περισσότερους φίλους στη γειτονιά για να παίξω μαζί τους."
Αν τίποτα δεν αλλάξει, η Σίλικον Βάλεϊ θα συνεχίσει να προσφέρει στα παιδιά όλο και πιο εξελιγμένους AI "φίλους" – πάντα διαθέσιμους, πάντα υποχωρητικούς. Αλλά η τεχνητή νοημοσύνη δεν θα καλύψει ποτέ τις βαθύτερες ανθρώπινες ανάγκες τους. Ακόμα και αυτή η ψηφιακή γενιά λαχταρά αυτό που είχαν οι περισσότεροι γονείς τους: χρόνο με φίλους, από κοντά, χωρίς ενήλικες.
Τα παιδιά του σήμερα θέλουν να ζήσουν την παιδική τους ηλικία στον πραγματικό κόσμο.
Ας τους τον επιστρέψουμε."