Ξεχνάμε, όμως, πως τα παιδιά είναι οι βασιλιάδες της ενσυναίσθησης.
Τα παιδιά έρχονται να ζήσουν εδώ. Σ’ αυτόν το φυσικό κόσμο.
Της γέννησης αλλά και του θανάτου, της χαράς αλλά και της λύπης. Εδώ, όπου οι καταιγίδες είναι συνηθισμένο φαινόμενο. Τα παιδιά βρέχονται, τα παιδιά κρυώνουν, τα παιδιά πονούν. Όπως κι εμείς. Όσο και να το θέλουμε, δεν μπορούμε -ευτυχώς- να τα κλείσουμε σε γυάλα. Να αποτρέψουμε την αιτία κάθε πόνου τους. Οφείλουμε, όμως, να την αποδεχτούμε. Και να δώσουμε στο παιδί το δικό του χώρο και χρόνο. Να το αφήσουμε να βιώσει τις νέες «κλιματολογικές» συνθήκες ώστε να μπορέσει να προσαρμοστεί κατάλληλα. Γιατί, αν είναι δύσκολο να έχεις να αντιμετωπίσεις έναν απρόσμενο «παγετώνα», ένα πόνο που σου περονιάζει την καρδιά, φαντάσου πόσο πιο δύσκολο είναι να το αντιμετωπίσεις όταν οι άλλοι γύρω σου προσπαθούν να σε πείσουν πως είναι καλοκαίρι. Πιο πολύ κι απ’ τον ίδιο τον πόνο, είναι τα διφορούμενα μηνύματα που «τρελαίνουν» την ψυχική πυξίδα των παιδιών.
Και, αφού συνειδητοποιήσουμε πως το «ροζ συννεφάκι» δεν μπορεί να κουκουλώσει καμιά παιδική καρδιά, ας αναρωτηθούμε: γιατί υπερπροσπαθούμε να μην λυπηθούν τα παιδιά μας; Μήπως η αγάπη μας και η φυσική γονεϊκή προστατευτικότητα δεν είναι τα μόνα κίνητρα; Μήπως εμείς, είμαστε αυτοί που δεν μπορούμε να διαχειριστούμε τον πόνο τους; Που δεν ξέρουμε πώς να διαχειριστούμε τον δικό μας;Στο βιβλίο μου «Το σκοταδάκι που φοβόταν», η ιστορία περιλαμβάνει και την απώλεια ενός αγαπημένου παππού. Στις παρουσιάσεις, λοιπόν, που κάνω στα σχολεία δεν θίγω ποτέ με δική μου πρωτοβουλία το θέμα αυτό. Όπως μου έχουν επισημάνει οι αρμόδιοι, είναι ένα ζήτημα ακανθώδες και δεν περιλαμβάνεται στην «ύλη» των παιδιών. Προτιμούμε άλλα, ευχάριστα και διασκεδαστικά θέματα. Έχω, λοιπόν, κάνει μια σημαντική παρατήρηση:
τα πιο ισορροπημένα παιδιά (που είναι και τα παιδιά με τους πιο «ψαγμένους» και μοχθούντες δασκάλους), μιλούν για το θέμα αυτό από μόνα τους, με φυσικότητα.
Με έχουν πλησιάσει παιδιά που μου είπαν πως το βιβλίο τα βοήθησε σε μια δική τους απώλεια, μου έχουν εκφράσει το «πένθος» ενός διαζυγίου. Αυτό, όμως, που με συγκλονίζει είναι το γεγονός ότι πολλές φορές τα παιδιά ομολογούν πως δεν εξωτερικεύουν τον δικό τους πόνο για να μην επιβαρύνουν τους γονείς τους.
Ας αφήσουμε, λοιπόν, τα παιδιά να λυπηθούν ελεύθερα· να βιώσουν, να μοιραστούν και να μεταβολίσουν τον πόνο τους.
Ας σεβαστούμε το συναίσθημά τους κι ας μην μας είναι ευχάριστο. Ας χωνέψουμε πως δεν έχουμε την δύναμη να ελέγχουμε τις καταιγίδες της ζωής. Κι ας αφεθούμε να μουσκέψουμε από τη βροχή των ματιών μας. Απλά, να έχουμε το απάγκιο της αγκαλιάς μας ανοιχτό, να κρατιόμαστε σφικτά και να ζεσταίνει ο ένας τον άλλον, μέχρι να κοπάσει η μπόρα. Μετά βγαίνει πάντα ο ήλιος.
Διαβάστε επίσης: