"Οι αόρατες πληγές που ανοίγει ένας αυταρχικός προπονητής": Του Γιώργου Λουφέκη, coach L-crew, BSc Αθλητικές Επιστήμες, cMSc Βελτιστοποίηση Αθλητικής Απόδοσης, cMSc Συνθετική Συμβουλευτική & Ψυχοθεραπεία
Ένας κύκλος που επαναλαμβάνεται
Τα τελευταία χρόνια, μέσα από τη δουλειά μου με ενήλικες αθλητές και αθλούμενους που κάποτε υπήρξαν αθλητές στην εφηβεία, παρατηρώ ένα μοτίβο που επανέρχεται με σταθερότητα και γεννά έναν προβληματισμό: πολλοί από αυτούς σταμάτησαν τον αθλητισμό όχι επειδή τους έλειπε το ταλέντο ή η θέληση, αλλά εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο τους συμπεριφερόταν ο προπονητής τους — με αυταρχισμό, απαξίωση ή τιμωρητικές πρακτικές που έπνιγαν τη χαρά και τη σύνδεση με το ίδιο το άθλημα.
Αυτό που πονά περισσότερο δεν είναι η εμπειρία αυτή καθαυτή, αλλά το γεγονός ότι οι περισσότεροι δεν τη συνέδεσαν ποτέ με τον πραγματικό της λόγο. Αντίθετα, εσωτερίκευσαν την ευθύνη λέγοντας στον εαυτό τους "Δεν αντέχω", "Δεν είμαι αρκετά σκληρός" ή "Είμαι υπερβολικός". Έτσι γεννήθηκε μια εσωτερική ενοχή που τους απομάκρυνε όχι μόνο από το άθλημα, αλλά και από μια πλευρά του εαυτού τους — την αθλητική τους ταυτότητα.
Ο προπονητής ως μορφή αυθεντίας
Η σχέση του εφήβου με τον προπονητή του δομείται πάνω σε έναν άξονα εξουσίας, ανάγκης για αποδοχή και εσωτερικευμένης εικόνας αυθεντίας. Ο προπονητής συχνά προσλαμβάνεται ως γονεϊκή φιγούρα: κάποιος που φροντίζει, καθοδηγεί, αξιολογεί. Αυτή η θέση τον καθιστά εξαιρετικά επιδραστικό, με τρόπο που ξεπερνά την τεχνική καθοδήγηση.
Όταν όμως η αυθεντία εκφράζεται μέσα από αυταρχισμό, αποστασιοποίηση ή ψυχολογικές τιμωρίες (σιωπή, υποτίμηση, έκφραση δυσφορίας), ο έφηβος δε διαθέτει ακόμη τα εσωτερικά εργαλεία για να αμφισβητήσει ή να επεξεργαστεί αυτή τη συμπεριφορά. Αντίθετα, ενεργοποιείται η "ενοχοποιητική" σκέψη και το παιδί θεωρεί τον εαυτό του υπεύθυνο: "Τι έκανα λάθος;"
Αυτός ο μηχανισμός —η λανθασμένη απονομή ευθύνης— γίνεται συχνά ο πυρήνας μιας βαθιάς ασυνείδητης ενοχής.
Όταν ο έλεγχος γίνεται ταυτότητα
Η αυταρχική στάση του προπονητή δεν είναι πάντα προϊόν συνειδητής επιθετικότητας. Συχνά αποτελεί αναπαραγωγή ενός εσωτερικευμένου μοντέλου εξουσίας που εκείνος έχει ζήσει στο δικό του παρελθόν — είτε ως αθλητής είτε ως παιδί.
Ο φόβος της αδυναμίας, η πεποίθηση ότι "τα αποτελέσματα μετράνε" ή ακόμα και η δυσκολία διαχείρισης της εγγύτητας με τους εφήβους οδηγούν σε ένα στυλ καθοδήγησης που βασίζεται περισσότερο στον έλεγχο και την επιβολή, παρά στη σύνδεση και την ενδυνάμωση.
Πίσω από την αυστηρότητα κρύβεται συχνά ο φόβος απώλειας κύρους ή η ανασφάλεια για την αποτελεσματικότητα. Σε ένα σύστημα που αξιολογεί κυρίως την επίδοση και όχι τη συναισθηματική νοημοσύνη, η αυστηρότητα γίνεται ασπίδα και, σταδιακά, ταυτότητα.
Αντοχή και βίωμα βίας
Σε ορισμένες περιπτώσεις οι αθλητές δεν εγκαταλείπουν. Επιλέγουν να "αντέξουν". Τότε ενεργοποιείται ένας διαφορετικός μηχανισμός άμυνας: η ταύτιση με τον επιτιθέμενο.
Το άτομο, για να επιβιώσει ψυχικά, υιοθετεί τα χαρακτηριστικά του αυταρχικού προπονητή — σκληραίνει, γίνεται λιγότερο εκφραστικό, πιο απαιτητικό, πιο αυστηρό με τον εαυτό του και αργότερα με τους άλλους.
Όταν αυτά τα άτομα αναλάβουν προπονητικούς ρόλους, είναι πιθανό να αναπαράγουν το ίδιο αυταρχικό πρότυπο — όχι από κακία ή ανεπάρκεια, αλλά επειδή αυτό είναι το μοναδικό μοντέλο καθοδήγησης που έχουν βιώσει.
Τραύμα, ενοχή και παραίτηση
Η αποχώρηση από τον αθλητισμό εξαιτίας αυταρχικής καθοδήγησης σηματοδοτεί για πολλούς την απώλεια ενός χώρου που κάποτε αγαπούσαν. Μαζί με αυτή, εγκαθίσταται ένα σιωπηλό τραύμα: μια αίσθηση εσωτερικής ανεπάρκειας, συνοδευόμενη από ενοχή και μείωση της αυτοεκτίμησης.
Το άτομο δε βλέπει τον εαυτό του ως θύμα ανθυγιεινής καθοδήγησης, αλλά ως "αδύναμο" ή "υπερευαίσθητο". Αυτή η στρέβλωση οδηγεί σε παραίτηση από επιθυμίες, δυσκολία στη δέσμευση και φόβο απέναντι σε σχέσεις που προϋποθέτουν καθοδήγηση ή συναισθηματικό ρίσκο.
Ανάγκη για νέο προπονητικό ήθος
Ο αθλητισμός μπορεί και οφείλει να είναι χώρος ενδυνάμωσης, όχι βίας. Αν θέλουμε να καλλιεργούμε αθλητές που εξελίσσονται και ψυχικά, χρειαζόμαστε προπονητές που να συνδυάζουν τεχνική κατάρτιση με συναισθηματική νοημοσύνη και ενσυναίσθηση.
Η εκπαίδευση των προπονητών πάνω σε βασικές αρχές ψυχοεκπαίδευσης δεν είναι πολυτέλεια· είναι θεμέλιο. Εξίσου σημαντική είναι η δημιουργία πλαισίων εποπτείας, ανταλλαγής εμπειριών και διαλόγου για τις σχέσεις εξουσίας και καθοδήγησης.
Γιατί ο προπονητής δε διαμορφώνει μόνο κορμιά ή επιδόσεις, αλλά και συνδέσεις, εικόνες εαυτού — και, ενίοτε, ελπίδα.
Από το Shape Magazine© Οκτώβριος 2025