Είναι απόγευμα. Τα σχολεία έχουν κλείσει και πάνω που η δόλια μάνα θέλω να ξεκουραστώ, το 6χρονο "διαολάκι" μου με τραβάει από το μανίκι ζητώντας απεγνωσμένα βόλτα στο πάρκο.
Ακολουθεί ο παρακάτω διάλογος που οδηγεί σε αδιέξοδο...
- Μα είναι νωρίς
- Δεν είναι
- Μα έχει ήλιο
- Θα πάρω το καπέλο μου
- Μα κάνει ζέστη
- Θα πάρουμε νερό
- Μα δεν θα είναι κανείς τέτοια ώρα στο πάρκο
- Όλοι θα είναι μαμά σου λέωωωωω
Σηκώνομαι από τον αγαπημένο μου καναπέ, που είναι ειδικά τοποθετημένος κάτω από το aircondition και ετοιμάζω τσάντα βόλτας. Εντάξει, μεγάλο παιδί είναι, δεν θα πάρω και πολλά, νερό, μια αλλαξιά στάνταρ και το επουλωτικό spray sofargen - αχρείαστο να ναι - δια πάσα αμυχή, γδάρσιμο, κόψιμο και επιφανειακό τραύμα. Α! και το ποδήλατο! "Και το πατίνιιιιι" φωνάζει από μέσα. Αυτό είναι που δεν θα παίρναμε πολλά πράγματα;
Φορτώνω το αμάξι με ποδήλατο, πατίνι, σκέιτ και τσάντα και ξεχυνόμαστε στα πάρκα. Εγώ για την ακρίβεια ξεχύνομαι στην κοντινή καφετέρια για να πάρω έναν καφέ να στηλωθώ και μετά πηγαίνουμε στο περιβόητο πάρκο. Τσουλήθρες, κούνιες, μονόζυγα όπου κρέμονται δεκάδες παιδάκια σαν τσαμπιά, φωνές, ουρλιαχτούλια, ποδήλατα να περνούν από δίπλα μου σαν σφαίρα.Ο δικός μου έχει διαλέξει απ' όλο το στοκ του πορτ μπαγκάζ το ποδήλατο και ακολουθεί την υπόλοιπη συμμορία σε ένα δρομάκι. "Προσεκτικά" φωνάζω, "μην τρέχετε σαν τρελά" λέει μια άλλη μητέρα, και μετά κοιταζόμαστε με κατανόηση γιατί μόλις καταπατήσαμε τον κανόνα που θέλει να μην λέμε "μη, θα χτυπήσεις" γιατί κόβουμε τη φόρα του παιχνιδιού.
[vc_images_carousel images="18530,18531,18532,18533" img_size="full" onclick="link_no" autoplay="yes" wrap="yes"]
Τα παιδιά λυσσάνε κυριολεκτικά κι εμείς οι δόλιες μάνες έχουμε πιάσει την κουβέντα καθισμένες σε ένα παγκάκι κάτω από ένα δέντρο. Πάνω που έχω αρχίσει να χαλαρώνω με τον καφέ και την κουβέντα, ένα κλάμα σχίζει σαν λεπίδα τον αέρα από την κατεύθυνση που είχε πάει ο μικρός.
Διαβάστε τη συνέχεια στην επόμενη σελίδα
Επειδή σαν μάνα αναγνωρίζεις το κλάμα του παιδιού σου ανάμεσα σε χίλια άλλα, βουτάω ενστικτωδώς το sofargen από τη τσάντα και τρέχω προς τα εκεί. "Α, βλέπω έχετε έρθει οπλισμένη", μου λέει μια άλλη μαμά. "Ετοιμοπόλεμη", της πετάω λαχανιασμένη και τρέχω προς τον τραυματία.
Ο μικρός έχει πέσει από το ποδήλατο και έχει πληγιάσει και τα δυο του γόνατα. Τα κρατάει σφιχτά και δεν με αφήνει να τα αγγίξω και λέει με κομμένη ανάσα "πονάω, πονάω, πονάω".
Βάζω στην άκρη όλες αυτές τις χαζομαρούλες που έλεγε η μαμά μου σε μένα "όταν παντρευτείς θα γιάνει", "δεν είναι τίποτα" και το αμίμητο που έλεγε στον αδερφό μου "ολόκληρος άντρας και κλαις" και λέω "ξέρω ότι πονάς αλλά έχω κάτι που θα σε βοηθήσει πάρα πολύ".
"Θα το κάνεις μα να περάσει;" μου λέει, ψιλοειρωνικά μπορώ να πω.
"Όχι, θα το κάνω... sofargen να περάσει" λέω και υψώνω το μαγικό spray στο ύψος των ματιών του. "Δεν θα πονέσει, δεν θα τσούξει, δεν θα καταλάβεις τίποτα, μόνο μια απέραντη δροσιά που θα σε ανακουφίσει" λέω και ψεκάζω ταυτόχρονα. Ένα λευκό στρώμα κάλυψε τα γόνατα, σαν πούδρα. "Πωωωω τι είναι αυτό το μαγικό;" με ρωτά ο μικρός.
"Είναι ένα spray που προστατεύει την πληγή σου από σκόνες κ.λ.π, θα κρατήσει το τραύμα στεγνό και δεν θα μολυνθεί από μικρόβια".
"Δηλαδή δεν θα μου βάλεις γάζα, οινόπνευμα που τσούζει και τραυμαπλάστ;"
"Όχι" απαντάω με ενθουσιασμό. "Το sofargen είναι όλα σε 1 για τις πληγές. Και ξέρεις τι σημαίνει αυτό;" του λέω.
"Τι;" με ρωτά.
"Ότι θα συνεχίσεις το παιχνίδι κανονικότατα".
"Ωωωω μου το δίνεις να το βάλω και στους φίλους μου;"
"Παιδί μου, δεν είναι παιχνίδι, άλλο αν είναι παιχνιδάκι για τις πληγές" του είπα και γύρισα στο παγκάκι μου, το δέντρο μου, τη φίλη μου. Έβαλα το sofargen στην τσάντα και ήπια μια γερή γουλιά από τον καφέ μου που εντωμεταξύ είχε γίνει σαν νερό. Δόλια μάνα.