Από τα 6 μου μέχρι σήμερα, ο προσκοπισμός δεν ήταν απλώς μια δραστηριότητα. Ήταν το σχολείο της ζωής μου.
Μπορεί να με κορόιδευαν στο σχολείο. Μπορεί να με ρωτούσαν γελώντας: "Μα καλά, γιατί συνεχίζεις να πηγαίνεις σ’ αυτή τη χαζομάρα;". Μπορεί να ήμουν η μόνη κοπέλα στην ομάδα ή να μην ήθελα να δώσω εξηγήσεις. Αλλά εγώ κάθε Σάββατο φορούσα το μαντήλι μου και πήγαινα. Γιατί ήξερα ότι εκεί ανήκω.
Όταν ξεκίνησα στους προσκόπους, ήμουν 6 χρονών. Δεν ήξερα τι σημαίνει προσκοπισμός, απλώς ακολούθησα τα αδέρφια μου. Στην αρχή ήταν παιχνίδι, εκδρομές, μια μεγάλη παρέα που γελούσαμε και τρέχαμε. Μετά έγινε περισσότερα. Μάθαινα πράγματα που δεν μου δίδαξαν στο σχολείο: πώς να δένω κόμπους, να ανάβω φωτιά, να στήνω μια σκηνή, να αναγνωρίζω αστερισμούς. Έμαθα την έννοια της ομάδας, της συνεργασίας, της υπευθυνότητας.
Όσο μεγάλωνα, άλλαζε και η θέση μου στον προσκοπισμό. Δεν ήμουν πια το παιδί που απλώς ακολουθούσε. Έγινα έφηβη που αναλάμβανε ευθύνες, που έπαιρνε πρωτοβουλίες. Τα καλοκαίρια κοιμόμασταν σε σκηνές, μαγειρεύαμε, κάναμε πεζοπορίες. Μάθαμε πώς να επιβιώνουμε στη φύση, αλλά και πώς να φροντίζουμε ο ένας τον άλλο.
Έμαθα ότι δεν έχει σημασία μόνο να ξέρεις, αλλά και να μοιράζεσαι τη γνώση σου.
Θυμάμαι την πρώτη φορά που ανέλαβα μια ομάδα παιδιών. Ένιωσα το βάρος της ευθύνης, αλλά και την απέραντη χαρά να βλέπω τα μάτια τους να λάμπουν όταν κατάφερναν κάτι. Θυμάμαι τις ατελείωτες ώρες προετοιμασίας για δράσεις, τα γέλια γύρω από τη φωτιά, τη συγκίνηση στις "τελετές υπόσχεσης". Θυμάμαι τη στιγμή που κατάλαβα ότι ο προσκοπισμός δεν ήταν πλέον απλώς κάτι που έκανα, αλλά κάτι που με καθόριζε.
Τώρα, στα 20 μου, δεν πηγαίνω πια ως παιδί. Πηγαίνω ως βαθμοφόρος, ως εθελόντρια. Δεν είμαι εκεί μόνο για να περάσω καλά – είμαι εκεί για να δώσω στα παιδιά αυτά που μου έδωσαν εμένα οι πρόσκοποι. Να τα βοηθήσω να μάθουν, να παίξουν, να ανακαλύψουν τον κόσμο. Να γίνω γι’ αυτά ο άνθρωπος που κάποτε ήταν κάποιος άλλος για μένα. Να τους δείξω ότι μπορούν να γίνουν δυνατοί, ανεξάρτητοι, αλληλέγγυοι.
Και τώρα, όταν με ρωτούν "Γιατί είσαι ακόμα στους προσκόπους;", χαμογελάω. Γιατί ξέρω. Γιατί δεν ήταν ποτέ απλώς μια δραστηριότητα. Ήταν και είναι τρόπος ζωής. Είναι η οικογένειά μου, το σπίτι μου, το μέρος που έμαθα να είμαι δυνατή, να στηρίζω και να στηρίζομαι, να δίνω και να παίρνω. Κι αυτό, κανείς δεν μπορεί να το καταλάβει, αν δεν το ζήσει.