Υπάρχει ένας άγραφος νόμος, παγκόσμια αναγνωρισμένος, που λέει: Οι γιαγιάδες δεν ακολουθούν κανόνες. Τις κανόνες τις γράφουν οι μαμάδες — και οι γιαγιάδες τις… ξαναγράφουν με γέμιση σοκολάτας.
Η γιαγιά είναι εκείνο το ιερό πρόσωπο που εμφανίζεται πάντα με μια σακούλα στο χέρι, γεμάτη "τίποτα σπουδαίο" — δηλαδή σοκολάτες, τυροπιτάκια, μια μπλούζα που "την είδε και σε σκέφτηκε" και φυσικά με το μόνιμο βλέμμα τρυφερού θαυμασμού προς τον εγγονάκι της, που "είναι πανέξυπνο αυτό το παιδί". Είναι εκείνη που πιστεύει πως το παιδί δεν πεινάει αρκετά, χρειάζεται τηγανιτές πατάτες κάθε μέρα, κουράζεται πάρα πολύ και κρυώνει ακόμα κι όταν έξω έχει καύσωνα, φορώντας του layers από φανέλες και ζακέτες.
Αυτό ακριβώς είδαμε στις αναρτήσεις του Θαναθάκη του Αρκά και ταυτιστήκαμε τόσο!
Οι γιαγιάδες έχουν μια μοναδική ικανότητα να κακομαθαίνουν τα παιδιά — αλλά με τον πιο αθώο, μαγικό τρόπο. Τους δίνουν άδεια να είναι παιδιά, χωρίς το συνεχές "πρόσεχε", "μη", "όχι τώρα". Και κάπου εκεί, στο σκηνικό μπαίνει η μαμά. Εκείνη που προσπαθεί να βάλει όρια, να οργανώσει το χάος, να διδάξει πειθαρχία και συνέπεια. Εκείνη που, με το ένα χέρι κρατάει το πρόγραμμα του σχολείου και με το άλλο τη λίστα με τα λαχανικά. Και κάπου ανάμεσα στο "όχι άλλη σοκολάτα!" και στο "σου είπα να κοιμηθεί νωρίς", ξεκινάει η κλασική οικογενειακή "διαμάχη":
Και το παιδί; Το παιδί απολαμβάνει το καλύτερο και από τους δύο κόσμους. Μαθαίνει τα όρια από τη μαμά του και την εξαίρεση από τη γιαγιά του.
Ίσως, τελικά, η μαγεία της παιδικής ηλικίας να βρίσκεται κάπου εκεί ανάμεσα: ανάμεσα σε ένα "μη" και σε ένα "έλα, δεν πειράζει". Και αν δεν υπήρχαν οι γιαγιάδες να υπενθυμίζουν ότι η ζωή χρειάζεται και λίγο παραμύθι, τότε ποιος θα μας μάθαινε ότι μερικές φορές, οι κανόνες είναι για να σπάνε — με αγάπη, σπιτικό φαγητό και λίγο παραπάνω παγωτό;